Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΓΡΑΠΤΟΣ ΛΟΓΟΣ

 Περικλής Πολίτης (2001) 

1. Η φύση τους

Η ομιλία/ακρόαση και το γράψιμο/ανάγνωση αποτελούν τους δύο θεμελιώδεις τρόπους παραγωγής και πρόσληψης του λόγου, οι οποίοι διακρίνονται για την αμοιβαιότητά τους, αφού μπορεί ο ένας να μεταγραφεί στον κώδικα του άλλου χωρίς μεγάλες απώλειες νοήματος. Ωστόσο, η ομιλία και το γράψιμο συνδέονται με διαφορετικές περιστάσεις επικοινωνίας και, άρα, υπηρετούν διαφορετικούς στόχους -ο προφορικός λόγος είναι γενικά αυθόρμητος και ικανοποιεί τρέχουσες ανάγκες της καθημερινής ζωής, συχνά "δεν φοράει τα καλά του" και ευδοκιμεί σε περιβάλλον οικειότητας μεταξύ των συνομιλητών, ενώ ο γραπτός λόγος τις περισσότερες φορές είναι δίαυλος συμβατικής ή επίσημης επικοινωνίας, όπως εξάλλου υπήρξε σε όλη τη διαδρομή του ιστορικού χρόνου· επιπλέον, έχουν διαφορετικά γλωσσικά χαρακτηριστικά, εν μέρει τουλάχιστον (Chafe 1982),(σελ. 44-5) · Yabuuchi 1998). Ας συγκρίνουμε, για παράδειγμα, μια τηλεφωνική συνομιλία με φιλικό πρόσωπο με μιαν επιστολή σε φίλο ως προς τα γραμματικά και παραγλωσσικά τους γνωρίσματα ή την προφορική επιχειρηματολογία ενός πωλητή με τη γραπτή επιχειρηματολογία μιας συστατικής επιστολής -"κείμενα" πειθούς και τα δυο τους.
Ο προφορικός και ο γραπτός λόγος διαφέρουν πολύ ως επικοινωνιακές δραστηριότητες: ο πρώτος έχει στο δυναμικό του το πλούσιο φορτίο της ομιλίας για τη μετάδοση των πληροφοριών, ενώ ο δεύτερος μόνο τη σύνταξη, το λεξιλόγιο και τη στίξη. Ο επιτονισμός και το ύψος της φωνής του ομιλητή κάνουν ένα εκφώνημα να υπερβαίνει την "ονομαστική αξία" του νοήματός του. Και όταν οι συνομιλητές έχουν οπτική επαφή και βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, όπως συμβαίνει κατά κανόνα, οι εκφράσεις του προσώπου, οι κινήσεις του σώματος, τα βλέμματα, ακόμη και οι σιωπές συστήνουν ένα ολόκληρο δίκτυο παράλληλων σημασιών δίπλα στις εκφρασμένες, που βοηθά και τους συνομιλητές ή ακροατές να ερμηνεύσουν κατάλληλα το περιεχόμενο των λόγων του τρέχοντος ομιλητή. Μάλιστα είναι φορές που το κύριο βάρος της σημασίας ενός εκφωνήματος φέρουν τα παραγλωσσικά του στοιχεία και όχι το προτασιακό του περιεχόμενο. Αυτό είναι αδύνατο να συμβεί με τον γραπτό λόγο, όπου όλα πρέπει να λέγονται "ανοιχτά", με την εξαίρεση της "μουσικής" στίξης (αποσιωπητικά, θαυμαστικό, εισαγωγικά, ερωτηματικό), η οποία εισάγει, με τρόπο μάλλον συμβατικό, σημασίες δευτέρου επιπέδου (υπονοήματα, ειρωνεία, συναισθηματικές σημασίες κ.ά.· Brown & Yule 1983).
Αν η ιδιοσυστασία της ομιλίας εξασφαλίζει στον προφορικό λόγο υπεροχή έναντι του γραπτού σε ό,τι αφορά τον τρόπο μετάδοσης των πληροφοριών, ο χρόνος παραγωγής του λόγου είναι αντίπαλος του ομιλητή. Ο τελευταίος, εξαιτίας της ταχείας εκφοράς του λόγου και των περιορισμένων δυνατοτήτων της βραχυπρόθεσμης μνήμης του ανθρώπου, υποχρεώνεται τη στιγμή ακριβώς της εκφοράς να ελέγχει προς τα πίσω τον λόγο του -αν οι προθέσεις του εκπληρώθηκαν στη συνέχεια των λεγομένων- και ταυτόχρονα να τον οργανώνει προς τα εμπρός, εν σειρά προς ό,τι έχει προηγηθεί αλλά και σε σχέση με το οργανωτικό σχέδιο όλου του λόγου. Παράλληλα, ο ομιλητής αγωνιά όχι μόνο για τη συγκρότηση του μηνύματός του αλλά και για το αν αυτό φθάνει με τον κατάλληλο τρόπο στον αποδέκτη του. Επιπλέον, ελλοχεύει και η πιθανότητα απώλειας του δικαιώματος του λόγου.
Αντίθετα,ο συγγραφέας παράγει τον λόγο του μέσα σε αφθονία χρόνου. Γι' αυτό και το γράψιμο είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, που δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τους ρυθμούς της καθημερινής ζωής. Συχνά παρακολουθεί τους χρόνους της "μεγάλης διάρκειας", τον χρόνο των νόμων και των κανονισμών, των θρησκευτικών κειμένων, της επιστημονικής σκέψης και της λογοτεχνίας. Ο γραπτός λόγος έχει την ιδιότητα να αποκρύπτει τα διαδοχικά στάδια της συγκρότησής του και έτσι ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με το τελειωμένο προϊόν, ενώ ο προφορικός λόγος αυτά ακριβώς τα στάδια αποκαλύπτει. Τα δύο "είδη" λόγου, δηλαδή, έχουν "διαφορά φάσης" μεταξύ τους. Η εντέλεια του γραπτού λόγου -σε αντιδιαστολή προς τηνκατάτμηση του προφορικού- είναι συνέπεια της περίσσειας χρόνου. Ο συγγραφέας, απαλλαγμένος από τον φόβο της διακοπής ή άλλων "παρασίτων" που χαρακτηρίζουν την προφορική συνομιλία, έχει όλη την άνεση να συγκεντρώσει πληροφορίες, για να τις "αποθηκεύσει" στο κείμενό του, να το σχεδιάσει με προσοχή, ώστε να είναι συνεκτικό, να το αναθεωρεί σε όλες τις φάσεις της παραγωγής του, ώστε να πετύχει την ολοκλήρωσή του στον επιθυμητό βαθμό, να προσφεύγει σε λεξικά για την καταλληλότερη λέξη και να δοκιμάζει περίπλοκες συντακτικές δομές, με στόχο ένα κείμενο πυκνής διατύπωσης και εκφραστικής στιλπνότητας (Cook 1989).
Ο τρίτος παράγοντας που διαφοροποιεί τις δύο επικοινωνιακές δραστηριότητες είναι η παρουσία του συνομιλητή -απουσία στην περίπτωση του γραπτού λόγου- στην πλειονότητα των χρήσεων του προφορικού λόγου. Ο ομιλητής, σε αντίθεση με τον συγγραφέα (ο οποίος πρέπει να μαντεύει τις αντιδράσεις του αναγνωστικού του κοινού, καθώς στερείται άμεσης ανατροφοδότησης) είναι υποχρεωμένος να ελέγχει διαρκώς τις αντιδράσεις των συνομιλητών του, να μοιράζεται μαζί τους τα ίδια συνομιλιακά συμφραζόμενα και να τροποποιεί "on-line" τον λόγο του, όταν χρειάζεται, για να γίνει πιο κατανοητός και αποτελεσματικός. Αν η παρουσία του συνομιλητή "απειλεί" την απρόσκοπτη ροή του λόγου του τρέχοντος ομιλητή, αφού κάθε συνομιλία είναι και μια διαπραγμάτευση με απρόβλεπτη έκβαση, ωστόσο αποτελεί ταυτόχρονα και εγγύηση για την κατανόηση του λόγου, εγγύηση που ποτέ δεν έχει ένας συγγραφέας, όσο καλά κι αν γνωρίζει το κοινό του (Georgakopoulou & Goutsos 1997).

2. Οι λειτουργίες τους

Από το γεγονός ότι ο γραπτός λόγος είναι λόγος μονής κατεύθυνσης, ενώ ο προφορικός λόγος αμφίδρομος προκύπτει και η διαφορετική κοινωνική λειτουργία τους. Ο προφορικός λόγος είναι ο λόγος μέσω του οποίου οι ομιλητές συγκροτούν την κοινωνική τους ταυτότητα και παίζουν τους κοινωνικούς τους ρόλους στο πλαίσιο κάθε συνομιλιακής διεπίδρασης, με αποτέλεσμα να θεμελιώνονται και να διατηρούνται (ή να υπονομεύονται) οι διανθρώπινες σχέσεις. Ο προφορικός λόγος δεν είναι μόνον ο λόγος των διακοπών, των επικαλύψεων, των διορθώσεων, των δισταγμών και των παύσεων, των επαναλήψεων και των υστερόχρονων προσθηκών, των στερεότυπων και χωρίς συγκεκριμένη σημασία φράσεων που "καλύπτουν τα κενά της αμηχανίας του ομιλητή". Δεν είναι μόνον ο λόγος της συντακτικής ακαταστασίας και έλλειψης, του πλήθους των υπονοημάτων, της χαλαρής συμπαράθεσης νοημάτων και της "απλοϊκής" δείξης των προσώπων και των πραγμάτων που ανήκουν στο πλαίσιο των συμφραζομένων. Είναι και ο λόγος της φατικής επικοινωνίας, δηλαδή της επικοινωνίας όπου υποχωρεί το κυριολεκτικό νόημά του, για να διευκολυνθεί η γνωριμία των συνομιλητών και να διευρυνθεί η μεταξύ τους οικειότητα. Πάνω απ' όλα, όμως, ο προφορικός λόγος είναι ο κατεξοχήν λόγος της διατύπωσης και διαπραγμάτευσης γνωμών, και της έκφρασης και ανταλλαγής συναισθημάτων, που αποτελούν το θεμέλιο κάθε επικοινωνιακής πράξης.
Ο γραπτός λόγος, αντίθετα, έχει κατεξοχήν "αποθηκευτική" λειτουργία, στηρίζεται δηλαδή στην προγραμματισμένη καταχώριση πληροφοριών μέσα στο κείμενο, πράγμα που διαστέλλει την ανθρώπινη επικοινωνία έξω από τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου. Αυτό έχει ως συνέπεια να μπορεί ο γραπτός λόγος να αποσπάται από τα χωροχρονικά συμφραζόμενα της παραγωγής του και να αποκτά ένα χαρακτήρα αυτονομίας μέσα στη διαδρομή του ιστορικού χρόνου. Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι ο γραπτός λόγος είναι ο λόγος της διανομής πληροφοριών, που καταξιώνεται κοινωνικά, επειδή ξεπερνά το "εδώ και τώρα" και γίνεται λόγος της "μεγάλης διάρκειας", ενώ ο προφορικός λόγος είναι ο λόγος της συνομιλιακής διεπίδρασης, ο λόγος του "εδώ και τώρα", λόγος φευγαλέος, λόγος της "μικρής διάρκειας". Εξάλλου, αν ο προφορικός λόγος είναι ο λόγος της διαπροσωπικής επικοινωνίας, ο γραπτός λόγος είναι ο λόγος της κοινωνικής χρησιμότητας. Επιτρέπει στους ακροατές και τους αναγνώστες να βοηθούν τη μνήμη τους καταγράφοντας τις πιο χρήσιμες από τις πληροφορίες που δέχονται και, επιπλέον, επιτρέπει στην κοινωνία ή το έθνος να μην ξεχνούν κείμενα καταστατικού χαρακτήρα και ιστορικής σημασίας (συντάγματα, νόμους, συνθήκες κλπ·Stubbs 1980· Halliday 1985).

3. Οι διαφορές τους στη χρήση της γλώσσας

Παρόλο που οι έρευνες για το ύφος του προφορικού και γραπτού λόγου δεν έχουν καταλήξει σε καθολικά συμπεράσματα για τις γλωσσικές παραμέτρους που το καθορίζουν, μπορούμε να προτείνουμε μια δοκιμαστική περιγραφή των δύο ποικιλιών κλπ. (Brown & Yule 1983· Biber 1986):

α. Προφορικός λόγος

  • Περιλαμβάνει πολλές συντακτικά ατελείς προτάσεις ή ακολουθίες ανολοκλήρωτων φράσεων: κυρία Μ., θα 'θελα/ εεσείς τη γνώμη σας
  • χρησιμοποιεί ευρύτατα την παράταξη και την ασύνδετη συμπαράθεση προτάσεων
  • βρίθει από επαναλήψεις συντακτικών δομών: Ντάξει, όχι καταλαβαίνω ε καταλαβαίνω και τη συγκίνησή σας, γιατί ειν' ένα βιβλίο συ- συγκινητικό
  • προτιμά πολλές φορές την προτασιακή δομήθέμα-σχόλιο (θέμα μιας πρότασης είναι το αντικείμενο του ενδιαφέροντός της και το σημείο εκκίνησής της σε αντιδιαστολή προς το σχόλιο, που είναι το συστατικό της πρότασης που "λέει κάτι" για το "θέμα") και όχι τη δομή υποκείμενο-κατηγόρημα: η καρέκλα/ να την βάλεις στη θέση της (αντί την καρέκλα να την βάλεις στη θέσητης ή να βάλεις την καρέκλα στη θέση της)
  • περιλαμβάνει πολλές επανεκκινήσεις, που βελτιώνουν προηγούμενες διατυπώσεις: Την/ δε/ την/ τα τέλη του '50 και τ- τα '60 είναι είναι μια εποχή που δεν τη γνωρίζετε καθόλου
  • χαρακτηρίζεται από αφθονία λέξεων ασαφούς σημασίας (γενικευτικών όρων): πράγμα, μέρος, κάποια, κάτι, διάφορα, πολύ κ.ά.
  • είναι διάσπαρτος από "πραγματολογικά μόρια": λίγο, λιγάκι, έτσι, ας πούμε, που λένε, ξέρω 'γω, νομίζω, εε, αα κ.ά.

β. Γραπτός λόγος

  • Περιλαμβάνει μεγάλη ποικιλία υποτακτικών συνδέσμων και συνδετών (πάντως, βέβαια, φυσικά, επίσης, λοιπόν, συνεπώς κλπ.)
  • περιλαμβάνει μετακειμενικούς δείκτες, δηλαδή λέξεις που δείχνουν τα μέρη της οργάνωσης του κειμένου, όπως οι όροι μιας απαρίθμησης (πρώτο, δεύτερο, τρίτο...)
  • προτιμά ονοματικές φράσεις, όπου αφθονούν οι προσδιοριστικοί όροι: της προϊσταμένης αρχής, που δεν είναι πάντα πολύ ανοιχτόμυαλη
  • αρέσκεται στην παθητική σύνταξη
  • αρέσκεται στην πρόταξη και την εστίαση σε συστατικά του κατηγορήματος
  • επιλέγει κανονικά την προτασιακή δομή υποκείμενο-κατηγόρημα


 

Επεα πτερόεντα

Δ Μαρωνίτη ( εφημερίδα Το βήμα )
 
Η κόντρα προφορικού και γραπτού λόγου είναι παλιά και εξαρχής αμφιλεγόμενη. Στην αγορά κυκλοφορεί κατά κανόνα υπερτιμημένη η γραφή, υποτιμημένη η προφορά. Η ανισοτιμία αυτή παραπέμπει στο πασίγνωστο λατινικό ρητό: verba volant, scripta manent· όπου υπογραμμίζεται η μακρόβια σταθερότητα του γραπτού λόγου σε σύγκριση προς τη φευγαλέα αστάθεια του προφορικού λόγου. Γιατί τώρα το να πετάς είναι χειρότερο από το να στέκεσαι, παραμένει μάλλον εκκρεμές ερώτημα. Υπήρξαν βεβαιώσεις και αντίστροφες διατιμήσεις οι οποίες επέμειναν: στην προτεραιότητα και στην ποσοτική τουλάχιστον υπεροχή του προφορικού λόγου· στην επικοινωνιακή του αμεσότητα· στον ανυπόκριτο κατά κανόνα και αντιεξουσιαστικό του χαρακτήρα. Αρετές που αντιβάλλονται προς τον δευτερογενή ρόλο της γραφής, προς την εσκεμμένη υπόκρισή της, προς την εργαλειακή της χρήση και κατάχρηση από τους φορείς της θρησκευτικής, πολιτικής και πολιτισμικής εξουσίας. Στη μέση εξάλλου των δύο άκρων εφευρέθηκε, όπως πάντα, και η οδός της καμήλας, αποφεύγοντας την αξιολόγηση και προκρίνοντας την ουδέτερη περιγραφή. Ετσι ο προφορικός λόγος ορίστηκε ως κατεξοχήν εξωστρεφής, η γραφή ως εσωστρεφής· συλλογικός ο πρώτος, εξατομικευμένη η δεύτερη· αναφορικός ο ένας, αυτοαναφορική η άλλη ­ και πάει λέγοντας. Στις μέρες μας πάντως (μοντέρνες ως προχτές και τώρα μεταμοντέρνες) η γραφολογία βρίσκεται στις μεγάλες δόξες της και συχνά εφαρμόζεται ως γραφομανία. Αφότου μάλιστα εκτιμήθηκε ως μάταιη δοκιμή και δοκιμασία κάθε αναζήτηση αναφορικού νοήματος στον ανθρώπινο λόγο, η γραφή αυτονομήθηκε και μυθοποιήθηκε ως καταφύγιο της υποχρεωτικής μας πλέον «ανοησίας»· ένα είδος φυλακής λοιπόν, που φιλοξενεί σκιές και είδωλα της εκφραστικής μας αγωνίας. Το παράδοξο είναι ότι η γραμμένη αυτή αγωνία συχνά προβάλλεται με προκλητική αυταρέσκεια. Τούτο ισχύει προπάντων στη μεταμοντέρνα θεωρία της λογοτεχνίας και της τέχνης, με προβολές όμως και στον γραπτό λόγο των επιστημών του ανθρώπου. Μακρύς πρόλογος για να ανοίξω επιτέλους τα χαρτιά μου, θυμίζοντας την ωφέλιμη συμφιλίωση προφοράς και γραφής στα ομηρικά έπη, που χρόνια τώρα βρίσκονται στο επίκεντρο της μεταφραστικής και ερμηνευτικής δοκιμής μου. Το θέμα είναι ασφαλώς μεγάλο (άλλο ένα μεγάθεμα των ομηρικών επών!), και εδώ μόνον η ιχνογράφησή του επιτρέπεται. Θεωρείται πλέον δεδομένο και αναμφισβήτητο ότι τόσο η Ιλιάδα όσο και η Οδύσσεια στηρίχθηκαν σε μακρά προηγούμενη προφορική παράδοση· στην οποία οφείλουν όχι μόνον τον μύθο τους (διαμορφωμένο ήδη και δεσμευτικό ως προς τα βασικά δρώμενά του και τους πρωτεύοντες δρώντες του), αλλά και το πυκνό δίχτυ της αφηγηματικής τους σκευής: μεγαθέματα, θέματα, τυπικές σκηνές, μοτίβα και εκφραστικούς λογοτύπους. Σ' αυτήν ακριβώς την κρίσιμη καμπή της αρχαϊκής επικής ποίησης φαίνεται πως μπήκε στη μέση η γραφή, η οποία, δίχως να καταργήσει, αναμόρφωσε την προηγούμενη προφορική παράδοση σε νοήματα, φόρμες και ιδεολογία. Παρά ταύτα και τα δύο ομηρικά έπη συντήρησαν τον ρυθμό και την ανάσα της προφοράς, σκοπεύοντας στην ακρόασή τους ­ συλλογική μάλιστα, όχι ατομική. Η ακροαματική εξάλλου πρόσληψη της ποίησης (και όχι μόνον) θεωρήθηκε επικοινωνιακός όρος, και όταν αργότερα εγκαταστάθηκε η γραφή ως συνθετικό εργαλείο της ελληνικής γραμματείας. Ετσι ο γραπτός λόγος μετασχηματίστηκε εκ νέου σε προφορικό, και το κύκλωμα «προφορά - γραφή - προφορά» γνώρισε, τουλάχιστον έως τα τέλη της κλασικής εποχής, μεγάλη δόξα, περιορίζοντας στο ελάχιστο τον ρόλο των πάσης φύσεως διαμεσολαβητών. Πού τα πάω; Εκτιμώ πως η ποίηση (γενικότερα η λογοτεχνία, και ακόμη πιο γενικά οι επιστήμες του ανθρώπου) ωφελείται από την αναπνοή της προφορικότητας, όταν γράφοντας μιλά και μιλώντας γράφει· υπολογίζοντας κυρίως στην ακρόασή της, ακόμη και μέσω της ατομικής ανάγνωσης. Συμπέρασμα: τα πτερόεντα έπη απελευθερώνουν μάλλον τη γραφή από τις «συντηρητικές» συνήθως φασκιές της.


πηγή
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=118742

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

ΟΙ ΣΚΛΑΒΟΙ ΣΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΟΥΣ Κ ΘΕΟΤΟΚΗ

Διαβάστε ολόκληρο το έργο  εδώ




ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Μονόγραμμα  Οδυσσέα Ελύτη















ΜΟΝΟ ΓΙΑΤΙ Μ` ΑΓΑΠΗΣΕΣ   ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ



ΚΟΝΤΑ ΣΟΥ  ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ
 



 

ΕΡΩΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ  Γ ΣΕΦΕΡΗΣ



Αθάνατη Αφροδίτη Σαπφώ




Διαβάστε το ερωτικό ποίημα Σάρκινος λόγος – Γιαννης Ριτσος

Τί όμορφη ποὺ εἶσαι. Μὲ τρομάζει ἡ ὀμορφιά σου. Σὲ πεινάω. Σὲ διψάω.
Σοῦ δέομαι: Κρύψου, γίνε ἀόρατη γιὰ ὅλους, ὁρατὴ μόνο σ᾿ ἐμένα.
Καλυμένη ἀπ᾿ τὰ μαλλιά ὡς τὰ νύχια τῶν ποδιῶν μὲ σκοτεινὸ διάφανο πέπλο
διάστικτο ἀπ᾿ τοὺς ἀσημένιους στεναγμοὺς ἐαρινῶν φεγγαριῶν.
Οἱ πόροι σου ἐκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ἰμερόεντα.
Ἀρθρώνονται ἀπόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιὲς ἐκρήξεις ἀπ᾿ τὴ πράξη τοῦ ἔρωτα.
Τὸ πέπλο σου ὀγκώνεται, λάμπει πάνω ἀπ᾿ τὴ νυχτωμένη πόλη μὲ τὰ ἠμίφωτα μπάρ,
τὰ ναυτικὰ οἰνομαγειρεῖα.
Πράσινοι προβολεῖς φωτίζουνε τὸ διανυκτερεῦον φαρμακεῖο.
Μιὰ γυάλινη σφαῖρα περιστρέφεται γρήγορα δείχνοντας τοπία τῆς ὑδρογείου.
Ὁ μεθυσμένος τρεκλίζει σὲ μία τρικυμία φυσημένη ἀπ᾿ τὴν ἀναπνοὴ τοῦ σώματός σου.
Μὴ φεύγεις. Μὴ φεύγεις. Τόσο ὑλική, τόσο ἄπιαστη.
Ἕνας πέτρινος ταῦρος πηδάει ἀπ᾿ τὸ ἀέτωμα στὰ ξερὰ χόρτα.
Μιὰ γυμνὴ γυναῖκα ἀνεβαίνει τὴ ξύλινη σκάλα κρατώντας μιὰ λεκάνη μὲ ζεστὸ νερό.
Ὁ ἀτμὸς τῆς κρύβει τὸ πρόσωπο.
Ψηλὰ στὸν ἀέρα ἕνα ἀνιχνευτικὸ ἑλικόπτερο βομβίζει σὲ ἀόριστα σημεῖα.
Φυλάξου. Ἐσένα ζητοῦν. Κρύψου βαθύτερα στὰ χέρια μου.
Τὸ τρίχωμα τῆς κόκκινης κουβέρτας ποὺ μᾶς σκέπει, διαρκῶς μεγαλώνει.
Γίνεται μία ἔγκυος ἀρκούδα ἡ κουβέρτα.
Κάτω ἀπὸ τὴ κόκκινη ἀρκούδα ἐρωτευόμαστε ἀπέραντα,
πέρα ἀπ᾿ τὸ χρόνο κι ἀπ᾿ τὸ θάνατο πέρα, σὲ μιὰ μοναχικὴ παγκόσμιαν ἕνωση.
Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Ἡ ὀμορφιά σου μὲ τρομάζει.
Καὶ σὲ πεινάω. Καὶ σὲ διψάω. Καὶ σοῦ δέομαι: Κρύψου.


Μαρινα των βραχων – Οδυσσεας Ελυτης

Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη
της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου
πήρανε τη σκυτάλη της χίμαιρας
Ριγώνοντας μ” αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά
του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες
θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες
των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου
άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια
-Μα πού γύριζες
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη
της πέτρας και της θάλασσας
Σου” λεγα να μετράς
μες στο γδυτό νερό
τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι
την αυγή των πραγμάτων
“Η πάλι να γυρνάς
κίτρινους κάμπους
Μ” ένα τριφύλλι φως
στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.
“Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα
Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού
Και τ” άρωμα των γυακίνθων
- Μα πού γύριζες
Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τ
ους κόλπους με τα βότσαλα
“Ηταν εκεί ένα κρύο
αρμυρό θαλασσόχορτο
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο
αίσθημα που μάτωνε
Κι άνοιγες μ” έκπληξη τα χέρια σου
λέγοντας τ” όνομά του
“Οπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας
“Ακουσε ο λόγος είναι..
των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης
των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται
από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις
έναν έρωτα
“Εχοντας μια πικρή γεύση
τρικυμίας στα χείλη.
Δεν είναι για να λογαριάζεις
γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι,
Για ν” αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές
“Η για να πας καβάλα στο μαίστρο.
Στυλωμένη στους βράχους
δίχως χτες και αύριο,
Στους κινδύνους των βράχων
με τη χτενισιά της θύελλας
Θ” αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.







Μίλτος Σαχτούρης ερωτικό ποίημα



Τρεις Εραστές, ένα ερωτικό ποίημα που έγραψε ο Μίλτος Σαχτούρης.

Στις βραδινές βρεγμένες στράτες
Αχνίζει ένα φως θαλασσί
Πλατύ χέρι στην καρδιά
Βήματα ερειπωμένα
Τρεις εραστές διαβαίνουν απ΄ τα χέρια πιασμένοι.
Ο πρώτος…
Κρέμασε σ’ ένα δέντρο την αγάπη του
Τα μεσάνυχτα προσεύχεται κάτω απ’ το δέντρο
Να κατέβει η αγάπη πιασμένη απ’ τα φύλλα
Να κοπάσει η πλημμύρα των φύλλων …που λιώνουν
Τα δάκρυα του στο χώμα τα πίνει ένας σκύλος
Η αγάπη στα κλαδιά τον πετροβολάει
Το δέντρο ουρλιάζει ο αγέρας
Ο δεύτερος…
Χάρισε την αγάπη του σ’ έναν τρελό βιολιστή
Ο τρελός την επήρε τραγούδι
Βρέχει ο ουρανός λουλούδια νομίσματα
Αντηχούνε οι δρόμοι τ’ ολέθριο βιολί
Της αγάπης το τραγούδι το ‘χουν μάθει τώρα όλοι
Με χείλια σμιχτά μελανά το σφυρίζουν
Μόνο αυτός δεν το ξέρει
Ο τρίτος…
Έκανε την αγάπη του καράβι
Την κατευόδωσε στις τρεις θάλασσες
Τώρα έγινε πάλι παιδί
Σιάχνει πύργους με άμμο
Και μαζεύει χαλίκια κοχύλια
Και προσμένει να γυρίσει ξανά
Το καράβι η αγάπη
Στην καρδιά τους έχουν κι οι τρεις χαράξει ένα δέντρο
Ένα βιολί σιμά στ’ αυτί θα τους τρελάνει
  1. Κι ο καπετάνιος παίζει στο βυθό με τα κοράλλια.

ΠΕΝΤΕ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΥ


ΠΟΙΗΜΑ  ΠΟΥ  ΤΟΥ  ΛΕΙΠΕΙ Η ΧΑΡΑ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΕ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΥΠΕΡΟΧΗ ΔΩΡΗΤΡΙΑ ΠΟΘΟΥ ΚΑΙ ΓΑΛΗΝΗΣ
αφού το θέλεις
γυναίκα αρμονική κι’  ωραία
έτσι καθώς ένα βράδυ του Μαϊού ετοποθέτησες απλά κι’ ευγενικά
     μιαν άσπρη ζωντανή γαρδένια
ανάμεσα στα νεκρά λουλούδια
μέσα στο παλιό — ιταλικό μου φαίνεται — βάζο με παραστάσεις
      γαλάζιες τεράτων και χιμαιρών
έλα
πέσε στα χέρια μου
και χάρισέ μου
— αφού το θέλεις —
τη θλίψη του πρασίνου βλέμματός σου
την βαθειά πίκρα των κόκκινων χειλιών σου
τη νύχτα των μυστηρίων που είναι πλεγμένη μέσα στα μακρυά
      μαλλιά σου
τη σποδό του υπέροχου σώματός σου

ΚΗΠΟΙ ΜΕΣ’ ΣΤΟ ΛΙΟΠΥΡΙ
το λευκό σώμα αυτής της γυναικός
φωτίζονταν
εκ των έσωθεν
μ’ ένα φως τόσο λαμπρό
ώστε
εδέησε
να πάρω τη λάμπα
και να την
ακουμπήσω
χάμω στο πάτωμα
που
να μπορέσουνε
οι σκιές
των δύο τόσο ευγενικών μας σωμάτων
να προβληθούν
στον
τοίχο
με μίαν ιερατικότητα βιβλική
η λάμπα έκαιε συνεχώς
— η πηγή του πετρελαίου είτανε ανεξάντλητη —
όλη τη νύχτα
την ακόλουθη μέρα
κι’ όλη την επόμενη νύχτα
χάμω στο πάτωμα
πάνω στα πλούσια
στοιβαγμένα
χαλιά
τα ωραιότερα φρούτα
τα λαμπρότερα λουλούδια
— όπου επικρατούσαν
οι πικροδάφνες
άσπρες και ρόδινες —
η ατμόσφαιρα — συμβολική — από ένα κίτρινο :
ένα κίτρινο χρυσό

ΕΛΕΟΝΩΡΑ ΙΙ
η νύχτα λύσσαξε στο παραθύρι
αυτά είναι — που λεν — του Διοκλητιανού τα παλάτια;
Ακολουθώ τα  ίχνη του βλέμματός σου πάνω στη θάλασσα
οι μυστικές χαρές του σώματός σου είναι ξαπλωμένες
πάνω στα βράχια στο περιγιάλι
ο ήλιος έζωσε μέσα στα μάτια τα πιο ψηλά του κυπαρίσσια
ας προσχωρήσουμε στις μουσικές των τροπικών
τ’ άυλα λόγια πόθου και πίστεως γρηγορούν
Αμαληκίται γρηγορούν
τ’ άλογα που καλπάζουν
τ’ αμάξι άφησε τώρα το δρόμο και προχωρεί στην καρδιά του δάσους
ταχύτης και αδράνεια
κόρη της Αλασίας ωραιοτική
υπερφίαλοι κι’ αλαζόνες και βέβηλοι ερασταί
— όμως ερασταί —
εδώ εγκατεστάθηκαν υδραυλικά πριόνια ανάμεσα στο χώμα
το κόκκινο και το πράσινο των πεύκων
εκεί το τέμενος της Σοφίας
πιο πέρα το γεφύρι το κάστρο η σπηλιά
που ζούμε
τα σώματά μας θα χαθούν θα σβύσουν
από μας θα μείνει μέχρι της συντελείας των αιώνων
αυτό το «σε αγαπώ» που σου ψιθύρισα  στις ώρες μας  τις πιο κρυφές

ΤΟ ΧΕΡΙ
εις Ανδρέαν Εμπειρίκον
ωραίο δίχτυ
που έπλεξεν η
κόρη
η κόρη-τέκτων
ορθή ως
στέκονταν εις το παράθυρο του Αναπλιού
ωραίο δίχτυ
φιλόξενο
ωσάν καλός θεός
ισχυρό
σαν τα’ άσπρα πλήκτρα
της χαράς
ωραίο δίχτυ
που έβαψε
με το χρώμα των ματιών της
και μύρωσε
με τ’ άρωμα των πλούσιων μαλλιών της
η κόρη που εστέκονταν
ορθή
εις το παράθυρο του Αναπλιού
ωραίο δίχτυ
ωραία κόρη
ωραίο παράθυρο που φώτιζες
μέσα στη νύχτα
τ’ Αναπλιού
ωραίο παράθυρο που φώναζες
ωραία κόρη που φώτιζες
ωραίο δίχτυ
μέσα στο χρώμα
τ’ Αναπλιού
ωραίο δίχτυ
γύρω τρογύρω
εις τον λαιμό μου
είτανε
κόρη
τα ωραία μαλλιά
σου
καθώς τα έπλεκες
εις το παράθυρο
μέσα στο φως
ωραία νύχτα
μέσα στο
βλέμμα σου
είτανε κόρη
καθώς τη ζήσαμε
τρελλοί από έρωτα
γυμνοί θεόγυμνοι
τρελλοί από έρωτα
— μια νύχτα έρωτος —
μέσα στο
δίχτυ
του Αναπλιού
Η επιστροφή των πουλιών (1946)

Η ΝΕΑ ΛΑΟΥΡΑ
οι τεράστιοι θησαυροί
— για τους οποίους τόσα θρυλούνται —
της πτωχής
περιγιαλούς
κόρης
είναι
τα μόνα
χείλη της
τα μόνα
ηδύγευστα χείλη της
πόσο μου λείπουν και πόσο τα νοσταλγώ
— και τα δοξάζω —
σα βρίσκομαι μακρυά
να περιπλανιέμαι
σε τούτα τ’ άχαρα
τ’ απίστευτα ταξείδια
που κάθε τόσο
επιχειρώ
κι’ όμως πόσο τα χαίρομαι
— και τα δοξάζω —
σα βρίσκομαι
κοντά
της
είναι   η   ζ ω ή
βγαίνει και παίρνει γύρα
σοκάκια
και μαχαλάδες
και με λυγμούς
με φωνάζει
και με ζητά
έλα
μην κάνεις έτσι
είμαστε Έλληνες
συ είσαι
— τι θαύμα! —
μια κόρη
Ελληνίς
όταν κοιμούμαι
τα λουλούδια της αμασχάλης σου
έρχονται
και μου θωπεύουν
όλο το κορμί
και σαν ζωγραφίζω
τότε
έρχονται
τα μάτια σου
τα ωραία
στην άκρια του χρωστήρα μου
και σεργιανίζουν
πάνω
σ’ όλη την επιφάνεια
του μουσαμά
για να ξέρης :
σ’ έχω κάνει αθάνατη
Ελευσίς (1948)

Ν ί κ ο ς  Ε γ γ ο ν ό π ο υ λ ο ς
Ποιήματα, Αθήνα, Ίκαρος, 2004


Ερωτικό Ναπολέων Λαπαθιώτης



Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

ANAΛΦΑΒΗΤΙΣΜΟΣ

Ο νέος αναλφαβητισμός



της Ελένης Νικολαϊδου *

Σοκ προκάλεσαν τα αποτελέσματα μιας πεντάχρονης έρευνας που έγινε στις ΗΠΑ, τα οποία αποκαλύπτουν ότι 40 εκατ. Αμερικανοί είναι αναλφάβητοι. Το ίδιο σοκ είχε προκαλέσει και στη Γαλλία πριν από λίγα χρόνια η ανακάλυψη ότι το 20% των ενηλίκων αλλά και των νέων παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες στον χειρισμό της γραπτής γλώσσας.

Και στην Ελλάδα; Ενώ ήδη, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2001), οι πτυχιούχοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ-ΤΕΙ) έφτασαν στον αριθμό-ρεκόρ 1.265.168, περίπου 4 εκατομμύρια κάτοικοι ηλικίας 16 ετών και άνω, κοντολογίς ο ένας στους δύο, δεν έχουν ολοκληρώσει το υποχρεωτικό 9χρονο σχολείο (Δημοτικό- Γυμνάσιο).

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια μια «άλλη» μορφή αναλφαβητισμού έρχεται να πυκνώσει τις παλιές στρατιές των οργανικά αναλφάβητων με νέο αίμα. Σε χιλιάδες μαθητές, οι οποίοι ολοκληρώνουν τις γυμνασιακές και λυκειακές σπουδές τους, παρατηρούνται σοβαρά προβλήματα κατανόησης ενός κειμένου, αδυναμία να εκφραστούν για κάποιο ζήτημα, να συντάξουν μια ολοκληρωμένη πρόταση στο χαρτί, να συνδυάσουν τις γνώσεις που έχουν λάβει προκειμένου να εξηγήσουν ένα απλό φυσικό φαινόμενο ή ένα κοινωνικό ή ιστορικό γεγονός.

Είναι σαφές ότι η επιμονή στο εξεταστικοκεντρικό σχολείο δεν αποτελεί παρά τη νεκρολογία της επαφής του μαθητή με την ουσία της γνώσης. Γιατί, βέβαια, αν παρατηρήσει κανείς τη σχέση του περιεχομένου των μαθημάτων, της μεθόδου και των πρακτικών ελέγχου, θα διαπιστώσει εύκολα ότι η σύνθεσή τους, την ίδια στιγμή που μεταλλάσσει τη μαθησιακή διαδικασία σε μεθοδολογική εκγύμναση, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα που μπορεί και να αναστείλει ακόμη και μορφές προσαρμοστικότητας στη μάθηση.

Η κρατούσα αντίληψη για την Παιδεία προσπαθεί να πείσει ότι η μόνιμη και σταθερή απασχόληση ανήκει στο παρελθόν και καλεί σε συμφιλίωση με την απασχολησιμότητα. Η αντίληψη αυτή επιβαρύνεται με την πρόσδοση ενός εργαλειακού χαρακτήρα στη γνώση, καθώς ταυτίζει τις έννοιες μόρφωση και επανεκπαίδευση με την παροχή γνώσεων και δεξιοτήτων χρηστικού χαρακτήρα, δηλαδή άμεσα εφαρμόσιμων στην αγορά εργασίας. Με άλλα λόγια το σημερινό σχολείο, αντί να εξοπλίζει τους μαθητές με κριτήριο για να ερμηνεύουν και να καλυτερεύουν τη ζωή, τυποποιεί, «συσκευάζει» και παραδίδει μια πληθώρα άψυχων, ξεκάρφωτων και συχνά αχρείαστων γνώσεων, σαν εμπόρευμα για κατανάλωση στις εξετάσεις ή σε μια θέση εφήμερης «απασχόλησης».

* Η κυρία Ελένη Νικολαΐδου είναι ιστορικός, συντονίστρια του εκπαιδευτικού ενημερωτικού δικτύου alfavita.gr


Εργασία
Σε ένα άρθρο που θα δημοσιευτεί στη σχολική εφημερίδα να ερευνήσετε τα αίτια αυτής της μορφής αναλφαβητισμού και να καταγράψετε τις συνέπειές του.





Η εκπαίδευση της αμάθειας

Είμαστε, λοιπόν, προσοντούχοι αγράμματοι;

Κούτσουρο απελέκητο, τούβλο, κουμπούρας, τενεκές ξεγάνωτος! Μη μου πείτε ότι δεν τα είχατε ακούσει. Από εκείνον τον στριμμένο δάσκαλο που προτιμάτε να ξεχάσετε. Μπορεί να μην απευθυνόταν σ' εσάς, αλλά στον Γιωργάκη του τελευταίου θρανίου. Ή το άλλο, το ανεκδιήγητο, που με τόση ευκολία ξεστόμιζαν μερικοί αχαρακτήριστοι: «Το παιδί σας δεν τα παίρνει τα γράμματα, να το πάτε να μάθει μια τέχνη» ή «Εσύ δεν κάνεις για το σχολείο, θα γίνεις σκουπιδιάρης». Πού να 'ξεραν ότι τώρα ο υπάλληλος καθαριότητας χρειάζεται... βύσμα!
 Κι όμως, σήμερα, δεκαετίες μετά την κατάργηση της ποδιάς, της βέργας και της αυταρχικής εκπαίδευσης, την εποχή των «λεωφόρων της πληροφορικής» και της «διαθεματικότητας», οι μαθητές δέχονται παρόμοιες κατηγορίες, ίσως πιο πολιτικά ορθές: «Αδιάφοροι», «Χωρίς βάσεις», «Δεν ξέρουν να ακούνε». Ή, χειρότερα, ακόμα και αν δεν τους το πει κανείς κατάμουτρα, μαθαίνουν οι ίδιοι, από πολύ τρυφερή ηλικία, να κατατάσσουν τον εαυτό τους σε κατηγορίες: οι καλοί, οι μέτριοι, οι ανεπίδεκτοι. Ο όγκος της διδακτέας ύλης, τα νέα αναλυτικά προγράμματα, τα φροντιστήρια και οι διαρκείς εξετάσεις δεν οδηγούν νομοτελειακά σε ποιοτικά ανώτερη μόρφωση. Αντίθετα, όπως συχνά διαπιστώνουν οι εκπαιδευτικοί, ακόμα και καλοί μαθητές που περνούν στις εξετάσεις, έχουν σοβαρά γνωστικά κενά, αδυναμία στην κατανόηση κειμένων, στην έκφραση, στη χρήση της γλώσσας.
Ενώ τα ποσοστά αναλφαβητισμού μειώνονται και όλο και περισσότεροι νέοι έχουν πρόσβαση στη μέση, ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση, εντείνεται το παράδοξο φαινόμενο του λειτουργικού αναλφαβητισμού. Μια μορφή σύγχρονης αμάθειας, που δεν είναι μετρήσιμη με ποσοτικούς δείκτες, αλλά παρατηρείται εμπειρικά, όχι μόνο στα γραπτά, αλλά και στην καθημερινότητα της σχολικής και εξωσχολικής ζωής. Κάθε φορά που δημοσιεύονται τα «μαργαριτάρια» των μαθητών ή ακόμα και των πτυχιούχων σε εξετάσεις για το Δημόσιο, επανέρχονται τα εύκολα και αβασάνιστα δημοσιεύματα για το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο της νέας γενιάς, που καταναλώνει πληροφορίες χωρίς να κρίνει, που αποστηθίζει χωρίς να κατανοεί, που εκπαιδεύεται χωρίς να μορφώνεται.
«Ορθογραφία χαώδης· γνώσεις μηδενικές· διατύπωση ασυνάρτητη· πλήρης ανικανότητα συλλογισμού· σαν να μην πέρασαν από πάνω τους δώδεκα χρόνια μαθητείας. Πώς έφτασαν, λοιπόν, στην τελευταία τάξη του λυκείου;» Η παρατήρηση του Αγγελου Ελεφάντη στον «Πολίτη», το καλοκαίρι του 2003, είχε έρθει ως συμπλήρωμα στον «Αλιέα μαργαριταριών», στις πανελλαδικές εξετάσεις του ίδιου χρόνου. Τότε το καλό περιοδικό είχε αλιεύσει μαργαριτάρια μαθητών Γ' λυκείου από τις εξετάσεις Νεοελληνικής Ιστορίας. Ο Απόστολος Γκλέτσος ως «ήρωας της Εθνικής Αντίστασης», τα SS και η ΓΣΕΕ ως «αντιστασιακές οργανώσεις», το Νιου Ντιλ ως «αυτός που εφεύρε το αυτοκίνητο» ήταν μερικά από τα χονδροειδή λάθη που έκαναν τηλεοπτικούς σχολιαστές και επιφυλλιδογράφους να εξανίστανται με τα χάλια των μαθητών, τις ευθύνες των εκπαιδευτικών και την κατάντια του σχολείου.
Στις περυσινές εξετάσεις τα γραπτά κάτω από τη βάση ήταν λιγότερα και πολλοί άριστοι κονταροχτυπήθηκαν για μια θέση στα ιδρύματα πρώτης επιλογής. Αυτό σημαίνει μήπως ότι το εκπαιδευτικό επίπεδο ανέβηκε και μπορούμε να αναστενάξουμε με ανακούφιση ή ότι έτυχε τα θέματα να είναι κάπως ευκολότερα; Ας μη βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα.
Στο τελευταίο Τεστ Γενικών Γνώσεων και Δεξιοτήτων του ΑΣΕΠ, στο οποίο διαγωνίστηκαν πάνω από 100.000 απόφοιτοι λυκείου και πτυχιούχοι για μια θέση στο Δημόσιο, η αποτυχία σε φαινομενικά απλές ερωτήσεις ήταν χαρακτηριστική: Ούτε δύο στους δέκα δεν γνώριζαν από πού διέρχεται ο αγωγός Μπουργκάς - Αλεξανδρούπολης και τι θα μεταφέρει. Εφτά στους δέκα δεν μπορούσαν να τοποθετήσουν σε σωστή χρονολογική σειρά την Ελληνική Επανάσταση του '21, την Οχτωβριανή Επανάσταση, τη Γαλλική Επανάσταση και τη Διακήρυξη της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας. Αντίθετα, σχεδόν όλοι απάντησαν σωστά σε ερωτήσεις για τα ΚΕΠ και το Εθνικό Κτηματολόγιο.
Χωρίς οι λανθασμένες απαντήσεις να αποδεικνύουν αυτόματα την ασχετοσύνη των υποψηφίων, είναι ωστόσο ενδεικτικές για το πόσο λεπτή είναι η γραμμή μεταξύ επιτυχίας και αποτυχίας, μόρφωσης και αμορφωσιάς, σε ένα σύστημα που ανάγει ως μέγιστο κριτή τις εξετάσεις και, ενώ ομνύει στην αξιοκρατία, είναι -όπως όλοι ξέρουμε- γεμάτο ανισότητες, αδιαφανείς διαδικασίες και «πίσω πόρτες».
«Τσ...τσ... τσ... τα σημερινά παιδιά δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Εμείς στην εποχή μου...» Η κακιασμένη ατάκα του συνταξιούχου στο λεωφορείο, που φρίττει με όσα ακούει και βλέπει, η αναγωγή σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν, που οι νέοι ήξεραν «να μιλούν σωστά και να φέρονται με σεβασμό στους μεγαλυτέρους», η γλώσσα μας που κινδυνεύει από τη «λεξιπενία και την ξενομανία», όπως έχουμε μάθει να επαναλαμβάνουμε, το σχολείο μας που πάει από το κακό στο χειρότερο, μαζί με την οικονομία και το «δεν είμαστε κράτος εμείς», είναι το σύνηθες κινδυνολογικό ρεπερτόριο του κάθε μπαϊλντισμένου, αγανακτισμένου, παθητικού τηλε-πολίτη.
Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτό τον ψαλμό της μόνιμης Αποκάλυψης, όπου διαρκώς βρισκόμαστε στο χείλος του γκρεμού (εκπαιδευτικού, οικονομικού ή εθνικού), απλώς μαθαίνουμε να εξοικειωνόμαστε με το παράλογο, να ανεχόμαστε το ανυ- πόφορο, να συμβιβαζόμαστε με το άδικο, σπάνια να το ερμηνεύουμε και ακόμα σπανιότερα να το αντιμαχόμαστε.
Γιατί, στο κάτω κάτω, τι αποδεικνύουν τα φαινόμενα της σύγχρονης αμάθειας αν όχι την ίδια την αποτυχία ενός εκπαιδευτικού συστήματος που διαρκώς μεταρρυθμίζεται στα χαρτιά, χωρίς να βελτιώνεται στην πράξη και, κυρίως, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των ίδιων των δασκάλων και των μαθητών, «εκείνων που αναπνέουν κάθε μέρα την κιμωλία» - όπως μας το έθεσε μία εκπαιδευτικός.
«Μήπως τα παιδιά μας χαζεύουν;» αναρωτιόταν πρόσφατα το σοβαρό βρετανικό περιοδικό «Prospect», εκφράζοντας την ανησυχία ότι οι δείκτες επιτυχίας ή αποτυχίας στις σχολικές εξετάσεις δεν μας δείχνουν όλη την εικόνα. «Πάει πολύ καιρός που συνάντησα έναν 17χρονο που μπορούσε να βάλει σε μια σειρά τα σημαντικότερα γεγονότα του 20ού αιώνα» παρατηρούσε ο Donald Hirsch, πρώην σύμβουλος του ΟΟΣΑ σε θέματα εκπαίδευσης. Αντίστοιχα άρθρα και βιβλία γράφονται και στις ΗΠΑ, με χαρακτηριστικό το «The Dumbest Generation» (η ηλιθιότερη γενιά) του Marc Bauerlein. Στο βιβλίο αυτό ο πανεπιστημιακός φιλόλογος εκφράζει με στοιχεία τη βάσιμη υποψία ότι η ψηφιακή γενιά είναι και η πλέον ιστορικά αναλφάβητη. Για παράδειγμα, το 52% των γυμνασιόπαιδων στην ερώτηση ποια χώρα ήταν σύμμαχος των ΗΠΑ στον Β' Παγκόσμιο, επέλεξαν την Ιαπωνία και τη Γερμανία αντί για την ΕΣΣΔ.
Θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε αντίστοιχα αν τα Ελληνόπουλα γίνονται πιο χαζά; «Σε καμία περίπτωση τα παιδιά σήμερα δεν είναι χαζά!» απαντά η Εφη Πανοπούλου, φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση και μέλος του Κέντρου Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΟΛΜΕ. «Οι νέοι άνθρωποι, σήμερα, έχουν πολλές περισσότερες παραστάσεις από τις παλιότερες γενιές· σ' αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Ωστόσο, ο λειτουργικός αναλφαβητισμός αυξάνεται, κι αυτό λίγη σχέση έχει με την προσπάθεια που κάνουμε εμείς ως εκπαιδευτικοί. Το ζήτημα δεν είναι αν αφομοιώνεται ή δεν αφομοιώνεται η διδακτέα ύλη, αλλά το ποια κατεύθυνση έχει. Αποσκοπεί στο να αποκτήσει ο μαθητής μία γενική παιδεία με βάρος, ώστε να ανταποκριθεί σ' αυτά που απαιτούνται από τη ζωή και όχι μόνο σε μία επιστήμη - να είναι σε θέση να κατανοήσει τον κόσμο; Ή, αντίθετα, αρκεί να αποκτήσει μερικές αποσπασματικές γνώσεις, ώστε να χρησιμοποιηθεί αύριο ως ελαστικά απασχολούμενος;»
Πώς θα όριζε τον λειτουργικό αναλφαβητισμό; «Αυτό που έχω διαπιστώσει εξ ιδίας εμπειρίας ως φιλόλογος καθηγήτρια λυκείου, είναι ότι τα παιδιά που τελειώνουν σήμερα το λύκειο έχουν πολύ μικρότερη ικανότητα, σε σχέση με μια προηγούμενη γενιά, να διαβάσουν με ευχέρεια, να γράψουν χωρίς ορθογραφικά λάθη και να κατανοήσουν βαθύτερα ένα κείμενο. Αντίστοιχες διαπιστώσεις κάνουν και πολλοί άλλοι συνάδελφοι. Ακόμα και μαθηματικοί στο λύκειο μού λένε ότι τα παιδιά δεν μπορούν να κάνουν σωστά απλές μαθηματικές πράξεις».
Σύμφωνα με την κ. Πανοπούλου, το πρόβλημα του λειτουργικού αναλφαβητισμού έχει πολύ βαθύτερες ρίζες. Ξεκινά από το δημοτικό, πολλές φορές ακόμα και από την προσχολική αγωγή, συνεχίζεται στο γυμνάσιο και έχει άμεση σχέση με τα νέα αναλυτικά προγράμματα. «Αρκεί να δει κανείς τα νέα αναλυτικά προγράμματα του δημοτικού και του γυμνασίου, για να καταλάβει από πού ξεκινάνε τα προβλήματα, που κορυφώνονται πλέον στο λύκειο. Χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι τα παλαιότερα βιβλία πριν από τέσσερα χρόνια ήταν καλύτερα - όμως, όπως προκύπτει από τις έρευνες του ΚΕΜΕΤΕ, τα νέα προγράμματα είναι σαφώς χειρότερα. Κάτι που αυξάνει τον λειτουργικό αναλφαβητισμό είναι ο εντεινόμενος κατακερματισμός της γνώσης. Αντί το παιδί να αποκτά γνώσεις σε βάθος, για τη φύση, την ιστορία, την κοινωνία, τις επιστήμες, αυτά σπάνε σε μικρές πληροφορίες, χωρίς να συνδέονται με το όλον.
»Η λογική της "διαθεματικότητας", έτσι όπως εφαρμόζεται, εξετάζοντας μία έννοια σε πλάτος και όχι σε βάθος, έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα. Από την άλλη μεριά υπάρχει μία εντατικοποίηση, ένα "κατέβασμα" της ύλης σε πολύ μικρότερες τάξεις. Στο δημοτικό εφαρμόζεται η αντίληψη της "σπειροειδούς διάταξης της ύλης". Δηλαδή, μία έννοια σπάει σε μικρά κομμάτια, τα οποία επαναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς και στα έξι χρόνια του δημοτικού.
»Για παράδειγμα, η έννοια της διαίρεσης εισάγεται από την πρώτη δημοτικού, σε μια ηλικία που το παιδί δεν μπορεί να την κατανοήσει. Η έννοια θα επα- ναληφθεί στα επόμενα χρόνια· όμως, ήδη το παιδί, που έχει έρθει σε επαφή μ' ένα κεφάλαιο της γνώσης που δεν μπορεί να το εμπεδώσει, το καταχωρίζει ως μία άρνηση και μία αποτυχία και είναι πολύ αμφίβολο αν θα έχει κατανοήσει τη διαίρεση ώς το τέλος του δημοτικού. Το ίδιο ισχύει με την προπαίδεια, την οποία επίσης ξεκινάνε από την πρώτη δημοτικού».
«Μελετώντας τα σχολικά βιβλία», καταλήγει η κ. Πανοπούλου, «καταλαβαίνεις ότι πολλές φορές δίνεται σημασία στη μέθοδο και όχι στο περιεχόμενο· υπάρχει ένας φοβερός φορμαλισμός. Τελειώνοντας ένα παιδί το δημοτικό έχει βγάλει ένα συμπέρασμα για τον εαυτό του, που μπορεί να λέει, ενδεχομένως, "δεν παίρνω τα γράμματα", "ξέρω ποια είναι η θέση μου"».
Η ταξική διαφοροποίηση μέσα από την εκπαίδευση ξεκινά από τη σχολική και προσχολική ηλικία, μεγεθύνεται από την εντατικοποίηση, την εσωτερίκευση της αποτυχίας, τον κατακερματισμό των γνωστικών αντικειμένων και δημιουργεί μία κατάσταση εκρηκτική όσο το παιδί μεγαλώνει. Τα συμπεράσματα αυτά δεν απηχούν μόνο τις απόψεις της συνομιλήτριάς μας, αλλά και των περισσότερων εκπαιδευτικών, αν πιστέψουμε τις αντίστοιχες έρευνες.
Σε έρευνα των ίδιων των δασκάλων για τα νέα βιβλία των μαθηματικών, το 67% πιστεύει ότι η ψαλίδα μεταξύ μαθητών υψηλής επίδοσης και μαθητών χαμηλής επίδοσης ανοίγει ακόμα περισσότερο, ενώ το 76% πιστεύει ότι τα βιβλία ευνοούν αποκλειστικά τους μαθητές με υψηλή επίδοση. Οπως επισημαίνει ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Χρήστος Κάτσικας, αντίστοιχες είναι οι κριτικές παρατηρήσεις των εκπαιδευτικών και για τα βιβλία των θεωρητικών μαθημάτων: «Στα περισσότερα νέα βιβλία Ιστορίας του δημοτικού και του γυμνασίου απουσιάζει ο συνεκτικός ιστός, απουσιάζουν τα ιστορικά πλαίσια, ο ιστορικός χρόνος δεν υπάρχει, η συνολική αφήγηση σφαγιάζεται σε πληροφορίες, εικόνες, αριθμούς και πηγές. Το "πώς" και το "γιατί" εξαφανίζονται και απομένει η τμηματική πληροφορία, η αποσπασματική είδηση, το απομονωμένο γεγονός, χωρίς την ιστορική και κοινωνική του πλαισίωση».
Ως αποτέλεσμα, ο μαθητής συχνά αδυνατεί να διαχωρίσει το σημαντικό από το δευτερεύον, το γενικό από το ειδικό, να καταλήξει σε λογικές αφαιρέσεις, να συνδέσει την αιτία με το αποτέλεσμα, να απαντήσει σε ερωτήματα που απαιτούν κριτική σκέψη. «Η εκπαίδευση της αμάθειας» όπως την περιγράφουν ο Χρήστος Κάτσικας και ο Κώστας Θεριανός στο βιβλίο τους, γεννά έναν νέου τύπου πρώιμο αναλφαβητισμό σε μια γενιά που θεωρητικά έχει περισσότερες ευκαιρίες και δυνατότητες.
Την εποχή της ψηφιακής επανάστασης ένα νέο χάσμα βαθαίνει. Η γενιά που παίζει στα δάχτυλα το ποντίκι και το πληκτρολόγιο κινδυνεύει να χάσει όχι το τρένο της πληροφορίας, αλλά το τρένο της γνώσης και της κριτικής σκέψης.
Εγκαταλείπουν το σχολείο
Στην κοινωνία της γνώσης, οι μαθητές συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τις σχολικές δομές σε εντυπωσιακά ποσοστά, υπογραμμίζοντας αδρά την ταξικότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Περιττό να τονίσουμε ότι η μεγάλη φυγή καταγράφεται στην όλο και διευρυνόμενη βάση της κοινωνικής πυραμίδας.
* Στην Ευρώπη ο μέσος όρος σχολικής εγκατάλειψης βρίσκεται στο 14,8%.
* Στις υψηλότερες θέσεις βρίσκονται η Τουρκία (47,6%), η Μάλτα (37,6%), η Πορτογαλία (36,3%), η Ισπανία (31%) και η Ισλανδία (29,8%).
* Τα ποσοστά της πρόωρης σχολικής εγκατάλειψης στην Ελλάδα κυμαίνονται στα κοινοτικά επίπεδα. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ για την εκπαίδευση, κατά την περίοδο 2002-2007 24.588 μαθητές διέκοψαν την φοίτησή τους στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και 82.719 στα γυμνάσια (στην Ελλάδα υποχρεωτική είναι η εκπαίδευση έως τα 15 έτη).
Η ευφυής ημιμάθεια
* Η σφαιρική γνώση μοιάζει με ουτοπία στην εποχή της πληροφορίας. Γιατί δεν είναι μόνο η βιοποριστική ανάγκη που επιβάλλει χρονοβόρα επένδυση στην «κάθετη» γνώση και την εξειδίκευση, αλλά και το γεγονός πως καθημερινά δεχόμαστε βομβαρδισμό ενός τεράστιου όγκου πληροφορίας, που προκαλεί κούραση και κυρίως αμηχανία. Πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας - Σαν Ντιέγκο εκτιμά ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος καλείται να απορροφήσει 23 λέξεις ανά δευτερόλεπτο με πολλαπλούς πομπούς: κινητά τηλέφωνα, διαδίκτυο, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και ΜΜΕ. Υπολογίζεται δε πως ο όγκος αυτός ισοδυναμεί με 34 Gb και είναι ικανός να «κρασάρει» ένα λάπτοπ μέσα σε μία εβδομάδα.
* Τη λύση μπορεί να προσφέρει η... ημιμάθεια. Αν και τόσο αρνητικά φορτισμένη, η έννοια της ημιμάθειας μπορεί να επαναπροσδιοριστεί σε μια εποχή που η κατάκτηση σε βάθος τόσο πολλών τομέων γνώσης στην ουσία καθίσταται αδύνατη. Την ημιμάθεια ως μια δυναμική διαδικασία διαρκούς αναζήτησης της γνώσης προτείνει ο Γιώργος Παμπούκης, μηχανικός στο επάγγελμα και δοκιμιογράφος, στο βιβλίο του «Ημιμάθειας εγκώμιο - Για μια καθολική ματιά στον σύγχρονο κόσμο» (εκδ. Κριτική).
* Η προσωπική του πορεία στην περιπέτεια της γνώσης, με σταθμούς στις θετικές επιστήμες, την οικονομία, την οικολογία, την ψυχανάλυση, την πολιτική και τη φιλοσοφία, οδήγησε στη συγγραφή αυτού του βιβλίου, ενός «μπούσουλα» που φιλοδοξεί να χαράξει τα «περιγράμματα γνώσης» που χρειάζεται να γνωρίζουμε όλοι ως ενεργοί πολίτες. «Η πληροφόρηση σε εξειδικευμένα θέματα πρέπει να γίνεται αναγκαστικά μέσα από μια προσεκτικά σχεδιασμένη επιλογή περιγραμμάτων γνώσης (και όχι πραγματική γνώση σε βάθος), η οποία και χωρίς αμφιβολία αποτελεί ένα είδος προσχεδιασμένης ημιμάθειας. Μόνο με αυτές τις προϋποθέσεις ο πολίτης μπορεί σταδιακά να πάρει την ευθύνη της απόφασης για τα μεγάλα πολύπλοκα θέματα που μας αφορούν όλους και που σήμερα μονοπωλούν οι υποτιθέμενοι ειδικοί» μας είπε ο συγγραφέας.
* Αυτή η «ευφυής» ημιμάθεια, η επαρκής δηλαδή ενημέρωση των πολιτών για τα τρέχοντα ζητήματα, όσο εξειδικευμένα κι αν είναι, αποτελεί μια δικλείδα ασφαλείας για τη δημοκρατία. Μόνο αν οι πολίτες γνωρίζουν θα είναι σε θέση να κρίνουν και να ελέγχουν τις τοποθετήσεις των «ειδικών», που κάθε μέρα λαμβάνουν αποφάσεις καθοριστικές για τη ζωή μας και την ποιότητά της σχεδόν ερήμην μας






Αναλφαβητισμός


Περίπου 800 εκατ. άνθρωποι παγκοσμίως δεν ξέρουν να διαβάσουν και να γράψουν ένα απλό κείμενο σε μία έστω γλώσσα
Του Διονύση Πολυχρονόπουλου



Σύμφωνα με τον ΟΗΕ ως αναλφαβητισμός ορίζεται η ανικανότητα ανάγνωσης και γραφής ενός απλού κειμένου σε μια έστω γλώσσα. Η Ελλάδα θεωρεί αναλφάβητο όποιον δεν έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στο εξατάξιο δημοτικό σχολείο. Η Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη του Αναλφαβητισμού καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της UNESCO στις 8 Σεπτεμβρίου του 1965 κατά τη διάρκεια της Συνόδου της Τεχεράνης και από το 1966 τιμάται κάθε έτος στη συγκεκριμένη ημερομηνία.
Στην εποχή της φεουδαρχικής κοινωνίας η ικανότητα γραφής και ανάγνωσης αποτελούσε αξία που χαρακτήριζε αποκλειστικά την αριστοκρατία και σε μικρότερο βαθμό τον κλήρο. Ο αναλφαβητισμός άρχισε να εμφανίζεται ως πρόβλημα με την επινόηση της τυπογραφίας τον 15ο αιώνα. Η πρώτη σημαντική μείωση του αναλφαβητισμού συνοδεύτηκε με την μετάφραση της Βίβλου στις διάφορες γλώσσες - διαλέκτους για τη διάδοση του Χριστιανισμού.
Στη συνέχεια, τα διάφορα επαναστατικά πολιτικά κινήματα, όπως η γαλλική επανάσταση, και ο εκβιομηχανισμός συνέβαλαν στην περαιτέρω μείωση του αναλφαβητισμού από τα τέλη του 18ου μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Όμως, οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα εμπόδιζαν τη συνέχιση της πτωτικής πορείας του αναλφαβητισμού. Έτσι, η κλιμάκωση της προσπάθειας για την μείωση του αναλφαβητισμού άρχισε να θεμελιώνεται μετά το πέρας του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Τα πρώτα επίσημα στοιχεία που δημοσίευσε ο ΟΗΕ το 1957 έδειξαν ότι περίπου το 44% το παγκόσμιου πληθυσμού διερχόταν από αναλφαβητισμό. Το 1978 το ποσοστό έπεσε στο 32,5%, το 1990 στο 27%, ενώ το 1998 στο 16%. Όμως, η μελέτη του ΟΗΕ που δημοσιεύθηκε το 1998 τόνισε την εκτίμηση ότι το ποσοστό του αναλφαβητισμού θα αυξανόταν κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 21ου αιώνα διότι μόλις το 1/4 των παιδιών στον πλανήτη πήγαιναν σχολείο σε κανονικούς ρυθμούς στα τέλη του 20ου αιώνα.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της UNESCO, 799 εκατ. άτομα ηλικίας άνω των 15 ετών σε παγκόσμιο επίπεδο χαρακτηρίζονται ως αναλφάβητοι σύμφωνα με τον ορισμό του ΟΗΕ. Το γυναικείο φύλο εμφανίζει μεγαλύτερη τάση προς των αναλφαβητισμό, καθώς αποτελεί τα 2/3 του συνόλου.
Το φαινόμενο του αναλφαβητισμού μειώνεται με την άνοδο του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Αρκεί να αναφερθεί ενδεικτικά ότι σε περιοχές που το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι κατώτερο των 600 δολαρίων ετησίως το ποσοστό του αναλφαβητισμού ανέρχεται στο 45% κατ' ελάχιστο, ενώ σε αυτές που είναι ανώτερο των 12,600 πέφετει στο 4% κατά μέγιστο. Συνεπώς, οι φτωχές περιοχές ρέπουν προς τον αναλφαβητισμό.
Τα υψηλότερα ποσοστά αναλφαβητισμού εμφανίζονται στις υποανάπτυκτες περιοχές της Αφρικής, Ασίας και Λατινικής Αμερικής, ενώ τα χαμηλότερα στις πιο τεχνολογικά προηγμένες περιοχές του πλανήτη - Νότια Αμερική, Ευρώπη, Ιαπωνία και Αυστραλία. Αρκεί να αναφερθεί ενδεικτικά ότι το γενικό ποσοστό του αναλφαβητισμού σε ΗΠΑ και Καναδά είναι περίπου 1%, ενώ στην Αφρικανική ήπειρο ανέρχεται στο 59%. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί ότι το 45% του παγκόσμιου αναλφαβητισμού μαστίζει Κίνα και Ινδία.
Τρεις μέθοδοι ακολουθούνται για την μείωση του επιπέδου του αναλφαβητισμού. Η εκπαίδευση των ενηλίκων δίνει τη δυνατότητα σε άτομα που δεν είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν σχολείο κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας να συμμετάσχουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα ώστε να αποκτήσουν τις βασικές ή και περισσότερες γνώσεις.
Η θέσπιση δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος με υποχρεωτική διάρκεια παρακολούθησης για τα παιδιά αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την δραστική αντιμετώπιση του αναλφαβητισμού, καθώς διασφαλίζει την εξάλειψη - μείωση στις μελλοντικές γενιές.
Η χρησιμοποίηση των ειρηνευτικών δυνάμεων - κυανόκρανοι - του ΟΗΕ για την μετάδοση βασικής εκπαίδευσης στους κατοίκους περιοχών που έχουν ταλαιπωρηθεί από πολεμικές συγκρούσεις. Επίσης, στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι προσπάθειες που καταβάλλουν οι μη κυβερνητικές οργανώσεις σε περιοχές που μαστίζονται από πείνα και εξαθλίωση.

Στη σημερινή εποχή παράλληλα με την κλασική έννοια του αναλφαβητισμού έχει εισαχθεί και το φαινόμενο του τεχνολογικού - ψηφιακού αναλφαβητισμού, καθώς ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και το διαδίκτυο έχουν κατακλύσει τη σύγχρονη ζωή. Η στοιχειώδης ικανότητα διαχείρισης του τεράστιου όγκου πληροφοριών που διοχετεύεται μέσω των τεχνολογικών - ψηφιακών επιτευγμάτων αναδεικνύεται σε γνώση μείζονος σημασίας όμοια με αυτή της γραφής και ανάγνωσης. Μετά την πάροδο μερικών δεκαετιών ή ετών ο ορισμός του αναλφαβητισμού είναι ιδιαιτέρως πιθανό να εμπεριέχει την έλλειψη γνώσης διαχείρισης αρχείου στον ηλεκτρονικό υπολογιστή ή την άγνοια χρησιμοποίησης του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο διαδίκτυο.
Παρακάτω παρατίθενται τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από τα πρόσφατα στοιχεία της UNICEF σχετικά με τον αναλφαβητισμό παγκοσμίως.

•799 εκατ. αναλφάβητoι υπάρχουν παγκοσμίως, αποτελώντας περίπου το 25% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 15 ετών
• Τα 2/3 των αναλφάβητων είναι γυναίκες
•Το 98% των αναλφάβητων εστιάζεται στις υποανάπτυκτες και αναπτυσσόμενες χώρες
•Το 49% του πληθυσμού των υποανάπτυκτων χωρών είναι αναλφάβητοι
•Στην Αφρική οι αναλφάβητοι αποτελούν το 59% του πληθυσμού της
•Το 45% των αναλφάβητων εστιάζεται σε Κίνα και Ινδία
•Στην περιοχή της υπο Σαχάριας Αφρικής οι εγγραφές στα σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν μειωθεί από 58% σε 50% κατά την περίοδο 1980 - 2001
•Το ποσοστό των παιδιών ηλικίας 6-11 ετών που δεν πηγαίνουν στο σχολείο είναι 15% στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ στις υποανάπτυκτες ανέρχεται στο 45%
•Περίπου το 50% των αναλφάβητων εμφανίζεται σε περιοχές που διαθέτουν λιγότερο διαδεδομένες γλώσσες - διαλέκτους
•Σε περιοχές με ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα κάτω των 600 δολαρίων το ποσοστό του αναλφαβητισμού ανέρχεται σε 45% κατ' ελάχιστο
•Οι περιοχές όπου το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα είναι μεταξύ 600 και 12,600 δολαρίων το ποσοστό του αναλφαβητισμού κυμαίνεται μεταξύ 5% και 45%
•Σε περιοχές με ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα άνω των 12,600 δολαρίων το ποσοστό του αναλφαβητισμού πέφτει στο 4% κατά μέγιστο

Πηγές: ΟΗΕ, UNESCO & World Bank
kathimerini.gr