Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

Γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες

       Η γεωγραφική διαστρωμάτωση συνίσταται σε δύο μορφές ποικιλιών:  τις διαλέκτους και τα ιδιώματα. Με τον όρο τοπικό ιδίωμα    δηλώνεται μία    γλωσσική γεωγραφική ποικιλία με κοινά χαρακτηριστικά,  η οποία διαφέρει από τις άλλες γεωγραφικές ποικιλίες,  αλλά ο βαθμός απόκλισής της είναι μικρός και περιορίζεται συνήθως στη φωνητική ή το λεξιλόγιο.  Η διάλεκτος αφορά σε γεωγραφικές ποικιλίες μεγαλύτερης διαφοροποίησης από τις υπόλοιπες ή σε ένα σύνολο τοπικών ιδιωμάτων. Με άλλα λόγια και οι διάλεκτοι και τα ιδιώματα είναι τοπικές μορφές γλώσσας,  οι οποίες διαφέρουν από τις άλλες μορφές της ίδιας γλώσσας· η διαφορά είναι ότι οι διάλεκτοι  παρουσιάζουν μεταξύ τους μεγαλύτερες διαφορές,  ενώ τα ιδιώματα,  τα οποία αποτελούν υποκατηγορία της διαλέκτου,  εμφανίζουν μικρότερες αποκλίσεις από τις υπόλοιπες ιδιωματικές μορφές.
       Ποια είναι, όμως, η επίσημη ποικιλία μιας γλώσσας; Οι γλωσσολόγοι προτιμούν τον όρο “επίσημη διάλεκτος” αντί του συνηθισμένου “επίσημη γλώσσα”, θεωρώντας ότι μια γλώσσα μπορεί να αποτελείται από πολλές διαφορετικές διαλέκτους, μία από τις οποίες είναι και η επίσημη, η οποία μάλιστα δεν υπερέχει σε τίποτε από τις άλλες γεωγραφικές ή κοινωνικές διαλέκτους. Μία γλωσσική διάλεκτος αναδεικνύεται επίσημη όχι από συνειδητή επιλογή. Είναι συνήθως η διάλεκτος που χρησιμοποιούν οι ανώτερες τάξεις ή οι κάτοικοι της πρωτεύουσας μιας χώρας εξαιτίας της πολιτικής και πολιτιστικής σημασίας που έχει η πρωτεύουσα ως το κέντρο όπου λαμβάνονται οι πολιτικές αποφάσεις, αλλά και το κέντρο όπου λειτουργούν τα περισσότερα μορφωτικά ιδρύματα, πανεπιστήμια, ακαδημίες,εκδοτικοί οίκοι, τα οποία αναλαμβάνουν την τυποποίηση της εθνικής γραπτής γλώσσας συντάσσοντας επίσημες γραμματικές και λεξικά. Η γνώση και η χρήση της επίσημης αυτής διαλέκτου προσθέτει κύρος καθώς και δυνατότητα κοινωνικής ανόδου, αφού είναι το πρότυπο της ομιλίας των μορφωμένων. Είναι η γλώσσα των δικαστηρίων, του σχολείου, των επίσημων συγκεντρώσεων, του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης κ.ο.κ.
Όπως συμφωνούν πολλοί κοινωνιογλωσσολόγοι, που έχουν μελετήσει ένα μεγάλο μέρος από τις γλώσσες του κόσμου, καθώς και τις ποικιλίες τους, δεν υπάρχει γλωσσολογική αιτία που να αναγνωρίζει μια γλώσσα ή γλωσσική της ποικιλία ανώτερη από μια άλλη. Όλες είναι εξίσου εκφραστικές, λογικές και κατάλληλες για να καλύπτουν τις ανάγκες της επικοινωνίας των ανθρώπων που τις χρησιμοποιούν ανάλογα με την κοινωνική περίσταση.
     Πολλοί πιστεύουν ότι η επίσημη διάλεκτος είναι η κανονική γλώσσα και ότι όλες οι άλλες ποικιλίες είναι αποκλίσεις από τη νόρμα, είναι φθορές της επίσημης γλώσσας, που οφείλονται σε άγνοια, αμέλεια ή ανοησία. Άρα, όπως πιστεύουν, το να χρησιμοποιείς την επίσημη διάλεκτο είναι το “σωστό”, ενώ το να χρησιμοποιείς μια άλλη διάλεκτο είναι το “λάθος”. Οι χαρακτηρισμοί “σωστή-λάθος”, “καλή-κακή” για τη γλώσσα έχουν να κάνουν με κοινωνικά κριτήρια παρά με γλωσσολογικά. Είναι, δηλαδή, χαρακτηρισμοί για τον ομιλητή και όχι για την ομιλία. (P.Trudgill).
Όπως είπαμε και πιο πριν, το πρόβλημα με την αντίληψη αυτή για την επίσημη διάλεκτο, υπάρχει όταν αυτός που κρίνει έναν ομιλητή, έχει στα χέρια του κάποια εξουσία. Ένα παράδειγμα είναι η γλώσσα που χρησιμοποιείται μέσα στη σχολική τάξη. Ποια διάλεκτο χρησιμοποιεί ο εκπαιδευτικός και ποια οι μαθητές; Όλοι οι μαθητές χρησιμοποιούν την ίδια διάλεκτο; Είπαμε, όμως, ότι όλοι οι ομιλητές μιας γλώσσας δεν χρησιμοποιούν την ίδια διάλεκτο, αλλά ανάλογα με τη γεωγραφική ή την κοινωνική τους προέλευση χρησιμοποιούν την αντίστοιχη. Το κρίσιμο ζήτημα εδώ είναι η στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στη γλώσσα των μαθητών, ποια συμπεράσματα βγάζουν και πώς αξιολογούν τους μαθητές από τη γλώσσα τους.
     Η διάλεκτος που χρησιμοποιείται στο σχολείο είναι η επίσημη. Σ’ αυτή τη διάλεκτο είναι γραμμένα τα σχολικά βιβλία, αυτή χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί μέσα στην τάξη. Αναγκαστικά και οι μαθητές προσπαθούν να προσαρμόσουν το λόγο τους, αυτόν το λίγο λόγο που αρθρώνουν μέσα στην τάξη, στην επίσημη διάλεκτο. Μπορούν, όμως, το ίδιο εύκολα όλοι οι μαθητές να προσαρμοστούν στην επίσημη γλωσσική νόρμα του σχολείου; Υπάρχουν μαθητές που η γλώσσα τους δεν διαφέρει σχεδόν καθόλου από τη γλώσσα του σχολείου και έτσι χρειάζονται να κάνουν μικρότερη προσπάθεια για να προσαρμοστούν. Αυτοί ανήκουν στη μεσαία και ανώτερη κοινωνική τάξη. (Λέγοντας κοινωνική τάξη παίρνουμε σαν κριτήριο το οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο της οικογένειας.) Υπάρχουν μαθητές που η γλώσσα τους απέχει πολύ από τη σχολική γλώσσα. Είναι τα παιδιά που ανήκουν στην εργατική τάξη. Έτσι, οι μαθητές που προέρχονται από τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, ευνοούνται από το γλωσσικό περιβάλλον του σχολείου. Έχουν μεγαλύτερη άνεση στο να κατανοήσουν και να αναμεταδώσουν τις σχολικές γνώσεις. Αυτό θεωρείται, λανθασμένα, “φυσικό χάρισμα” και κερδίζουν από τους δασκάλους τους χαρακτηρισμούς όπως “επιμελής”, “καλός μαθητής”, “ευφυής”. Αντίθετα, όσοι προέρχονται από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα πρέπει να διανύσουν μεγαλύτερη απόσταση για να προσαρμοστούν στο γλωσσικό κώδικα του σχολείου. Πρέπει να έρθουν σε ρήξη με το γλωσσικό κώδικα που έμαθαν να χρησιμοποιούν μέχρι τώρα από την οικογένειά τους, αφού το σχολείο υποβιβάζει στην κατηγορία του “λάθους” ή του “κατώτερου” όλες τις γλωσσικές διαλέκτους, κοινωνικές ή γεωγραφικές, που είναι διαφορετικές από τη δική του. Η δυσκολία των μαθητών αυτών να επικοινωνήσουν και να προσαρμοσθούν στο σχολικό γλωσσικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από τους καθηγητές ως “ανικανότητα”, “έλλειψη ευφυίας”, “τεμπελιά”, “αδιαφορία”. Έτσι, όπως κατέληξε ο Άγγλος κοινωνιογλωσσολόγος Basil Bernstein, η γλωσσική αποτυχία στο σχολείο, οδηγεί στη σχολική αποτυχία γενικώς.
     Όμως κανένας άνθρωπος, που είναι διανοητικά υγιής, δεν είναι άγλωσσος και κανένας δεν χρησιμοποιεί κατώτερη γλώσσα. Χρησιμοποιεί τη γλωσσική ποικιλία που εξυπηρετεί τις επικοινωνιακές του ανάγκες, ανάλογα με την περίσταση. Όλοι οι ομιλητές μπορούν να προσαρμοστούν στη γλωσσική ποικιλία που επιβάλλεται να χρησιμοποιήσουν, όταν και εάν βρεθούν σε ανάλογη περίσταση. Άλλος προσαρμόζεται πιο γρήγορα και άλλος πιο αργά, ανάλογα με τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στην προσωπική του ιδιόλεκτο και τη γλωσσική ποικιλία που χρειάζεται να χρησιμοποιήσει, ανάλογα, όπως είπαμε, με την κοινωνική περίσταση της επικοινωνίας.
    Αυτό φαίνεται, αν συγκρίνουμε τη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι μαθητές μέσα στη σχολική τάξη και τη γλώσσα τους, όταν βρίσκονται έξω από την τάξη. Έξω από την τάξη όλοι οι μαθητές έχουν τη γνώμη τους που την εκφράζουν με το δικό τους τρόπο. Ακόμα και οι μαθητές που, από φόβο μήπως πουν κάτι λάθος ή το πουν με λάθος τρόπο, μένουν τελείως αμίλητοι μέσα στην τάξη, όταν βρεθούν έξω από αυτή, σε φιλικό περιβάλλον, εκφράζονται ελεύθερα και μάλιστα με περίσσεια λόγου

                                     Μ Αθανασιος. Λέκτορας Πανεπιστημίου Αιγαίου

Εργασίες
Αφού μελετήσετε το παραπάνω κείμενο να απαντήσετε στις ερωτήσεις. 
1 Πότε μια διάλεκτος αναδεικνύεται ως επίσημη γλώσσα και ποια οφέλη προκύπτουν από τη χρήση της;
2 Πώς αντιμετωπίζουν πολλοί τις αποκλίσεις από την «επίσημη γλώσσα» ; Ποια προβλήματα δημιουργεί αυτή η αντίληψη τους στο σχολείο;
3 Ποια είναι η θέση του συγγραφέα για τη χρήση των γλωσσικών ποικιλιών και με ποια επιχειρήματα τη στηρίζει;
Παραγωγή λόγου

Πού οφείλεται η εξαφάνιση των διαλέκτων στην εποχή μας;

Ποια είναι η σημασία διατήρησης των διαλέκτων;