Σάββατο 18 Μαΐου 2013

ΤΑ ΦΥΛΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΑΦΟΡΜΗΣΗ 3


Αλήθειες και μύθοι γύρω από την προίκα
Ελευθεροτυπία, 29 Ιανουαρίου 1981
Ο θεσμός της προίκας έρχεται κάθε τόσο στο κέντρο της επικαιρότητας. Τον είχε φέρει το (ξεχασμένο πια) προσχέδιο της επιτροπής Γαζή, που πρότεινε την κατάργηση του. Τον ξανάφερε τούτες τις ημέρες η ταινία του Δημ. Κολλάτου «Ελιές».
Έχει ωριμάσει πια η αντίληψη ότι ο θεσμός της προίκας είναι ταπεινωτικός για τη γυναίκα και επιβεβαιώνει την εξάρτηση της από τον άντρα. Κι αυτό είναι αλήθεια. Γιατί ο αστικός κώδικας, ρυθμίζοντας την προίκα, δεν καθιερώνει απλώς υποχρέωση του πατέρα (κι ύστερα απ' αυτόν, της μητέρας) να εφοδιάσει την κόρη του με τα απαραίτητα περιουσιακά εφόδια, για να μην είναι εξαρτημέ­νη από την (καλή ή κακή) θέληση του άντρα. Προίκα, όπως λέει ο αστικός κώδι­κας, είναι η περιουσία (κινητά και ακίνητα) που δίνει η γυναίκα ή κάποιος άλλος (συνήθως ο πατέρας της) στον άντρα «προς ανακούφισιν των βαρών του γά­μου». Τα βάρη αυτά, σύμφωνα με μια άλλη διάταξη, είναι αποκλειστική υποχρέω­ση του άντρα.
Λοιπόν, αν δε γίνει ιδιαίτερη συμφωνία (και συνήθως δε γίνεται), ο άντρας αποκτάει την κυριότητα των μετρητών χρημάτων και των κινητών που δόθηκαν ως προίκα. Η γυναίκα δεν έχει κανένα ενεργό δικαίωμα πάνω σ' αυτά. θα έχει, αν λυθεί ο γάμος της, για να της επιστραφεί. Σ' όλη τη διάρκεια του γάμου η προίκα δεν είναι δική της περιουσία, αλλά περιουσία του άντρα. Αν πάλι δίνεται ως προίκα κάποιο ακίνητο (λ.χ. το διαμέρισμα που θα μείνει το ζευγάρι, ένα χωράφι η ένα οικόπεδο, κλπ.) τότε εφόσον δεν έγινε διαφορετική συμφωνία, με την οποία ο άντρας να γίνεται κύριος των προικώων, περιορίζεται στη διοίκηση και επικαρπία, και η γυναίκα αποκτάει τη λεγόμενη ψιλή κυριότητα, δηλαδή μια ιδιοκτησία που είναι απογυμνωμένη από κάθε άμεσο δικαίωμα και έχει φαλκιδευ­τεί στην απλή προσδοκία, αν κάποτε λυθεί ο γάμος, τότε να ενεργοποιηθεί. Σ' όλη τη διάρκεια του γάμου, ο άντρας αποφασίζει αν θα νοικιάσουν το προικώο ή θα το κρατήσουν για δική τους χρήση. Αυτός εισπράττει τα μισθώματα, αυτός τα εισοδήματα από τους συγκομιζόμενους καρπούς του χωραφιού. Αυτός κάνει τις αγωγές εναντίον των καταπατητών. Με δυο λόγια: Αυτός είναι ο αφέντης. Στη γυναίκα δεν πέφτει λόγος.
Γίνεται έτσι φανερό, ότι με το θεσμό της προίκας, η έννομη τάξη επιβεβαι­ώνει και συντηρεί τη μειονεκτική θέση της γυναίκας απέναντι στον άντρα. Απο­ξενωμένη από την περιουσία της και από τα αντίστοιχα εισοδήματα, η γυναίκα είναι υποχρεωμένη να σκύβει το κεφάλι σε κάθε καπρίτσιο του άντρα, ενώ, πα­ράλληλα, δεν έχει τα μέσα για να δοκιμάσει τις δικές της δυνάμεις μέσα στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, σαν να μην ήταν ισότιμη με τους άντρες, αλλά δεύτερης κατηγορίας ανθρωπάκι, κατάλληλη για τη λάτρα του σπιτι­ού, για την ικανοποίηση της ερεθισμένης σεξουαλικότητας του άντρα και για την επίβλεψη των ανήσυχων παιδιών.
Αυτή την υποβάθμιση της γυναίκας, είχαν καταφέρει να ωραιοποιήσουν διά­φοροι κράχτες της κατεστημένης εξουσίας (όπως η εκκλησία και οι αρχές των πατροπαράδοτων χρηστών ηθών) με το φωτοστέφανο της αφοσιωμένης στην οι­κογένεια της, τίμιας γυναίκας. Ακόμη και σήμερα καλλιεργείται από αρκετούς ο μύθος, πως η νομική εξίσωση της γυναίκας με τον άντρα θα διαλύσει το θεσμό του γάμου, θα ανατρέψει τις ιερές παραδόσεις και θα απογυμνώσει τη γυναίκα από τη θελκτικότητά της, σαν ένα όμορφο διακοσμητικό αντικείμενο μέσα στην κουραστική ημέρα μας.
Ποτισμένος από τις αντιλήψεις αυτές, ήταν, πριν είκοσι χρόνια, κάποιος φί­λος μου απαρηγόρητος! Είχε καλοπροικιστεί. Τον πρώτο χρόνο του γάμου του απόκτησε ένα χαριτωμένο κοριτσάκι. «Τώρα μούμεινε η γυναίκα τζάμπα» κλαιγό­ταν. «Την προίκα που πήρα θα πρέπει να την κρατήσω για το γαμπρό της κόρης μου»!
Η κίνηση για την κατάργηση του θεσμού της προίκας είναι ένα θετικό βήμα για την απελευθέρωση της γυναίκας από την καταπίεση του αντρικού αυταρχι­σμού που επικρατούσε ως τώρα. Είναι όμως παράλληλα μύθος να πιστέψει κα­νείς ότι μόνη η νομοθετική κατάργηση του θεσμού της προίκας θα λύσει τα προβλήματα. Η προίκα, με όλες τις παραλλαγές που ίσχυσε, στις διάφορες ιστο­ρικές περιόδους, ήταν γέννημα-θρέμμα των κοινωνικών συνθηκών. Όσο λοιπόν οι κοινωνικές συνθήκες είναι ασφυχτικές για τα νέα παιδιά που παντρεύονται και θέλουν να στήσουν το δικό τους σπιτικό, μόνη η νομοθετική κατάργηση του θε­σμού της προίκας θα είναι σκέτος στρουθοκαμηλισμός.
Στα πολύ παλιά χρόνια, οι άντρες έκλεβαν, με κάθε ευκαιρία, όσες πιο πολ­λές γυναίκες μπορούσαν. Οι αρπαζόμενες γυναίκες δεν είχαν θέση νόμιμης συ­ζύγου, έτσι όπως την εννοούμε σήμερα. Ο θεσμός του γάμου ήταν ακόμη αδια­μόρφωτος. Τις χρησιμοποιούσαν λοιπόν ως σκεύη ηδονής, ως τεκνοποιητικές μηχανές και ως υπηρετικό προσωπικό του αφέντη, όχι μονό μέσα στο σπίτι, αλλά και έξω στα χωράφια. Για ν' αποφύγουν τις αντεκδικήσεις, οι αρπαγείς άρχισαν, σιγά-σιγά, να κλείνουν συμφωνία με τους συγγενείς της κλεμμένης γυναίκας. Στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής πλήρωναν κάποια αποζημίωση, η οποία, συχνά, δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητη.
Με την επικράτηση ειρηνικότερων συνθηκών, οι άντρες έπαψαν να αρπά­ζουν τις γυναίκες. Τώρα πια τις αγόραζαν από τον εξουσιαστή τους, δηλαδή συνήθως από τον πατέρα τους. Το τίμημα που καταβαλλόταν δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η παλιά αποζημίωση για την αρπαγή που δεν συνηθιζόταν πια.
Αυτά ίσχυσαν σε όλους τους αρχαίους λαούς.
Με τον καιρό καταργήθηκε η αγορά και η συμφωνία γαμπρού και πεθερού περιοριζόταν στο να δοθεί η νύφη με όλα τα φορέματα και τα κοσμήματα της, καθώς και με τα άλλα αντικείμενα της προσωπικής της χρήσης (τα «μείλια»). Οι οικογένειες ήταν ακόμη αγροτικές. Με την καλλιέργεια του αγρού από τον άν­τρα και τους δούλους του. η οικογένεια είχε αρκετά εισοδήματα, ανάλογα με τις σχεδόν ανύπαρκτες δαπάνες της εποχής εκείνης. Όταν όμως σχηματίστηκαν και μεγάλωσαν οι πόλεις, τότε αυξήθηκαν οι δαπάνες που επέβαλλαν οι καινού­ριες συνθήκες κοινωνικής συμβίωσης κυρίως, με τα έξοδα πολυτελούς διαβίω­σης. Κάτω λοιπόν από την πίεση των καινούριων αυξημένων δαπανών που απαι­τούσε η εγκατάσταση και η διαβίωση στην πόλη, οι γαμπροί δε θεωρούσαν πια αρκετά τα «μείλια». δηλαδή τα αντικείμενα της προσωπικής χρήσης της γυναί­κας που έπαιρναν, αλλά ζητούσαν από τον πεθερό όλο και μεγαλύτερη οικονομι­κή ενίσχυση. Έτσι διαμορφώθηκε ο θεσμός της προίκας, ως αναγκαίο επακό­λουθο των καινούριων δομών της αστικής κοινωνίας και οικονομίας.
Ως το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η προίκα ήταν στον τόπο μας, όχι μονό μια παραδομένη από το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο υποχρέωση των γονιών της κο­πέλας, αλλά, προπαντός, μια απαραίτητη οικονομική ενίσχυση για να μπορέσει το καινούριο ζευγάρι να φτιάξει το σπιτικό του και να ξεπεράσει την πιεστική οικονομική στενότητα που αντιμετώπιζε στα πρώτα του βήματα Μέσα στο κλίμα των κοινωνικών αντιλήψεων που επικρατούσαν ως τότε. τα περισσότερα και ση­μαντικότερα επαγγέλματα ανήκαν μονοπωλιακά στους άντρες. Για τις γυναίκες έμενε μόνο το επάγγελμα της οικόσιτης η εξωτερικής παραδουλεύτρας, της ράφτρας, της κομμώτριας της νοσοκόμας και της (ελαφριάς η σοβαρής) καλλι­τέχνιδας Α. ναι! Και της πουτάνας…
Η ισότιμη αποδοχή αντρών και γυναικών σε όλα τα επαγγέλματα είναι πια σήμερα κάτι το αυτονόητο. Βεβαία ακούγονται πότε-ποτέ, και κάποιες παράφω­νες αντιρρήσεις Όμως εκείνοι που τις προτείνουν γίνονται συνήθως καταγέλαστοι, καίω από την υποψία πως κάποιο κόμπλεξ σεξουαλικής μειονεκτικότητας κρύβουν οι αφορισμοί τους για τη δήθεν ακαταλληλότητα των γυναικών να πά­ρουν στα χεριά τους διευθυντικές θέσεις.
Μέσα στις καινούριες αυτές κοινωνικές και οικονομικές δομές θυμίζουν πια γελιογραφίες κάποιοι κανόνες του αστικού κώδικα που άλλοτε συνιστούσαν τα θεμέλια της πατριαρχικής οικογενείας. Το άρθρο που ορίζει πως «ο ανήρ είναι η κεφαλή της οικογένειας και αποφασίζει περί παντός ο, τι αφορά τον συζυγικόν βίον» έχει πια περισσότερο μουσειακό χαρακτήρα, για να κάνουν χάζι τα παιδιά: «Κοίτα, ρε, πως σκέφτονταν οι άνθρωποι σε άλλες εποχές»… Είναι λοιπόν αδια­νόητη η συμβολή της γυναίκας στα βάρη του γάμου με την παράδοση της προί­κας στο γαμπρό θα δουλέψουν και οι δυο, και με τα εισοδήματα της εργασίας τους θα προσπαθήσουν να τα βγάλουν περά. Η γυναίκα λοιπόν, στις καινούριες οικονομικοκοινωνικές συνθήκες δε συμβάλλει πια με προίκες, αλλά με τα εισο­δήματα της προσωπικής εργασίας της, όμοια όπως γίνεται και με τους άντρες. Από την άποψη αυτή, η νομοθετική κατάργηση του θεσμού της προίκας έρχεται απλώς να επιβεβαιώσει κάτι που, έτσι κι αλλιώς, έχει πάψε; να συνηθίζεται.
Τι, δηλαδή; Δεν προικίζουν πια οι γονείς τα κορίτσια τους; Και βεβαία τα προικίζουν, όταν και όσο μπορούν. Μονό που, τώρα πια, προικίζουν τα κορίτσια τους, και όχι το γαμπρό. Δίνουν δηλαδή στα κορίτσια τους διάφορα περιουσιακά στοιχεία, που θα ανήκουν στη δίκη τους κυριότητα και θα τα διαχειρίζονται και καρπώνονται αυτά τα ίδια. και όχι οι άντρες τους.
Γιατί; Επειδή, και πάλι, αυτό επιβάλλουν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Για θυμηθείτε: Πόσα χρονιά πρέπει να ταλαιπωρηθεί το καινούριο ζευγάρι, ωσό­του μπορέσει, με τις αποταμιεύσεις από την εργασία και των δυο. να αποκτή­σουν δικό τους σπίτι, και να το επιπλώσουν όπως τόσον καιρό ονειρεύονταν; Συνήθως έχουν γίνει πια μεσόκοποι. Οι στερήσεις και η μιζέρια έχουν δηλητηρι­άσει αρκετά τις σχέσεις τους. Κι όταν πια τα αποκτούν, έχουν τόσο κουραστεί ψυχικά, που δεν είναι σε θέση να τα χαρούν.
Κάθε γονιός που τα τράβηξε αυτά, τόχει έννοια, πως θα μπορέσει το παιδί του (είτε είναι κορίτσι, είτε. είναι αγόρι), να μην περάσει κι αυτό από τις ίδιες συμπληγάδες, όταν θα παντρευτεί.
Οι ασφυχτικές λοιπόν κοινωνικοοικονομικές συνθήκες θα διατηρήσουν το θεσμό της προίκας, με μιαν άλλη παραλλαγή: Την ενίσχυση του ίδιου του παιδιού από το γονιό του. Κι όπως φαίνεται, θα τον διατηρήσουν για πολλά ακόμη χρόνια.
Σ' αυτή την εξέλιξη θα έπρεπε να προσαρμοστεί και η νομοθεσία μας. Και, πρώτα-πρώτα, η φορολογική. Οι δωρεές των γονιών προς τα ενηλικιούμενα παι­διά τους (είτε είναι κορίτσια, είτε αγόρια) θα έπρεπε, σε ορισμένη εύλογη έκτα­ση, να απαλλάσσονται από τη φορολογία. Γιατί, έτσι όπως είναι σήμερα τα πρά­γματα, η φορομπηχτική πολιτική είναι μια σημαντική αναστολή στην ενίσχυση των αδέκαρων παιδιών από τους γονείς τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου