Σάββατο 18 Μαΐου 2013

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ


1. Εργοβιογραφικά στοιχεία


    Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης, πεζογράφος, λόγιος, μεταφραστής και ποιητής,
γεννήθηκε τον Μάιο του 1872 στους Καρουσάδες της Κέρκυρας, όπου
και πέθανε τον Ιούλιο του 1923. Ήταν απόγονος της αρχοντικής γενιάς των
Θεοτόκηδων, που εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα τον 15ο αιώνα, γιος του κόμη
Μάρκου Θεοτόκη και της Αγγελικής Πολυλά και αδελφός του ιστορικού
Σπυρίδωνα Θεοτόκη. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο και το γυμνάσιο στην
Κέρκυρα και σε ηλικία 17 ετών αναχώρησε για το Παρίσι, όπου παρέμεινε
δύο χρόνια και παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης μαθήματα
φυσικών επιστημών, μαθηματικών, φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας. Η σπάταλη  ζωή του και μια επιδημία γρίπης που ξέσπασε στη Γαλλία τον υποχρέωσαν  να εγκαταλείψει τη γαλλική πρωτεύουσα. Το 1893 παντρεύτηκε τη Βοημή βαρόνη Ερνεστίνα φον Μάλοβιτς και εγκαταστάθηκε μαζί της στους
Καρουσάδες, όπου γεννήθηκε η κόρη του, η οποία έζησε μόνο πέντε χρόνια.
   Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, παρέμεινε σχεδόν όλη τη ζωή του, εκτός από μερικές σύντομες αποδράσεις (όπως όταν το 1896 πήγε με τον Λορέντζο Μαβίλη για να πολεμήσουν στην επανάσταση της Κρήτης και όταν το 1897 πήγε εθελοντής στον πόλεμο) και μερικά ταξίδια στην Ευρώπη για να συμπληρώσει τη μόρφωσή του. Συγκεκριμένα, το 1898 ταξίδεψε με την οικογένειά του στην Ευρώπη και ο ίδιος παρακολούθησε πανεπιστημιακά μαθήματα στο Γκρατς, ενώ την περίοδο 1907-1909 παρακολούθησε δυο εξάμηνα στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου ήρθε σε επαφή με τη σοσιαλιστική σκέψη και γνωρίστηκε με τον Κ. Χατζόπουλο, ο οποίος είχε ήδη μυηθεί στη σοσιαλιστική  ιδεολογία. Επιστρέφοντας στην Κέρκυρα, πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου και του Αλληλοβοηθητικού Εργατικού Συνδέσμου Κέρκυρας (1910-1914). Ακολούθως, προσχώρησε στο βενιζελικό στρατόπεδο και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στο κίνημα της Θεσσαλονίκης.
  Το 1918, εξαιτίας της οικονομικής καταστροφής της γυναίκας του, υποχρεώθηκε να μετακομίσει στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως γραμματέας στην Εθνική Βιβλιοθήκη, ως επιμελητής εκδόσεων στον εκδοτικό οίκο Ελευθερουδάκη και ως μεταφραστής. Το 1922 προσβλήθηκε από καρκίνο του στομάχου και, έπειτα από μια ανεπιτυχή χειρουργική επέμβαση, αποσύρθηκε
στην Κέρκυρα, όπου και πέθανε έπειτα από δεκαοκτώ μήνες.
   Το πεζογραφικό έργο του Κ. Θεοτόκη ξεκινά με το μυθιστόρημα La vie de
montagne (1895), γραμμένο στα γαλλικά, το οποίο αποκήρυξε αργότερα ο
ίδιος. Ακολουθούν μερικά σύντομα πεζά με τον τίτλο Αντιφεγγίδες και μια
σειρά από αφηγήματα και διηγήματα, που δημοσιεύονται σε περιοδικά της
εποχής, άλλα με ιστορικό-μυθολογικό περιεχόμενο (Το Βιο της Κυράς Κερκύρας,Κοσμογονία κ.ά.) και άλλα περισσότερο ρεαλιστικά, που απεικονίζουν τα ήθη της κλειστής κερκυραϊκής κοινωνίας του αγροτικού κυρίως χώρου (Πίστομα, Κάιν, Τίμιος κόσμος, Πάθος κ.ά.). Καρπός της ώριμης πλέον συγγραφικής του πένας και της κατασταλαγμένης ιδεολογικής τοποθέτησής του αποτελούν τα επόμενα έργα του: Η τιμή και το χρήμα (νουβέλα, 1914),Κατάδικος (νουβέλα, 1919), Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα (νουβέλα,1920) και Σκλάβοι στα δεσμά τους (μυθιστόρημα, 1922, γραμμένο νωρίτερα).
   Αρκετά χρόνια μετά το θάνατό του εκδόθηκαν σε έναν τόμο τα περισσότερα
από τα διηγήματά του με τον τίτλο Κορφιάτικες ιστορίες (1935) με πρόλογο
της Ειρήνης Δεντρινού, μολονότι ο συγγραφέας είχε ορίσει διαφορετικό
τίτλο και διαφορετική κατάταξη των πεζογραφημάτων σε δύο μέρη. Πριν
πεθάνει, είχε αρχίσει τη συγγραφή του τελευταίου έργου του, με τον τίτλο Ο
Παπα Ιορδάνης Περίχαρος και η ενορία του, έργο που έμεινε ημιτελές.
   Το μεταφραστικό έργο του είναι επίσης πλούσιο. Μελετητής και γνώστης
αρκετών ξένων ευρωπαϊκών γλωσσών (γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά,
ισπανικά), καθώς και παλαιών γλωσσών (αρχαία ελληνικά, λατινικά,
εβραϊκά, σανσκριτικά, παλαιοπερσικά), μπόρεσε να αποδώσει στα νέα ελληνικά αρκετούς Ευρωπαίους, καθώς και αρχαίους Έλληνες και Λατίνους
συγγραφείς και κείμενα περσικά και σανσκριτικά. Ανάμεσα στα έργα που
μετέφρασε, περιλαμβάνονται τα Γεωργικά του Βιργιλίου, Περί της φύσεως
των πραγμάτων του Λουκρητίου, Η αναγνώριση του Σακούνταλους του Καλιδάσα, αποσπάσματα από το έπος Μαχαμπχαράτα, βεδικοί ύμνοι, έργα του Σαίξπηρ, του Σίλλερ, του Γκαίτε, του Φλωμπέρ κ.ά.
   Ο Κ. Θεοτόκης υπήρξε μια ξεχωριστή πνευματική προσωπικότητα με
πολλά και ποικίλα ενδιαφέροντα, ένας γνήσιος εκπρόσωπος του κοινωνικού
ρεαλισμού και ο εισηγητής του κοινωνιστικού μυθιστορήματος.


2. Η κριτική για το έργο του


Το μυθιστορηματικό έργο του Κ. Θεοτόκη ως γέφυρα μεταξύ παλαιών και νέων λογοτεχνικών τάσεων

«Τα τέσσερα μυθιστορήματα του Θεοτόκη είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, και, παρ’ όλο που οι σοσιαλιστικές απόψεις του συγγραφέα είναι έκδηλες, ο υπαινιγμός που προκύπτει, ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να διαρθρώσουν την κοινωνία τους διαφορετικά, έχει ως αποτέλεσμα να αποβούν ακόμα πιο τραγικές οι ζωές των ηρώων του, που ακολουθούν τη μοιραία τους πορεία, χωρίς καμιά επέμβαση του συγγραφέα, μέσα στο φυσικό πλαίσιο της κερκυραϊκής κοινωνίας, τα πρώτα χρόνια του αιώνα. Τα τέσσερα αυτά έργα γεφυρώνουν το χάσμα που χωρίζει το ηθογραφικό στοιχείο και την αγροτική παράδοση από το νέο αστικό μυθιστόρημα». (R. Beaton, 1996, Εισαγωγή στη νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα: Νεφέλη, σελ. 146)
   Υφολογικά χαρακτηριστικά της λογοτεχνίας του Κ. Θεοτόκη
«Φυσικά, η λογοτεχνία του [Θεοτόκη] είναι μια λογοτεχνία ιδεών και πραγμάτων και όχι νεωτερισμών στην τεχνική και στο ύφος. Από την άποψη ότι η αδρότητα των πραγμάτων επιβάλλει μιαν αδρότητα τεχνικής, αντίστοιχα είναι και τα αρνητικά της συμπτώματα: Η καθήλωσή της στα επιχώρια κάνει σχεδόν στατικά και εξαιρετικά ιδιωματικά και το μήνυμα και τη γλώσσα της, κάνει την έκφρασή της δύσκαμπτη και κάποτε δυσανάγνωστη. Η ψυχολογία και η χαρακτηρολογία της, στη συνέχεια, είναι, με την κατάχρηση του δυναμισμού και την ωμότητα των αντιδράσεων των ηρώων του, ψυχολογία και χαρακτηρολογία των άκρων. Ο διανοούμενος τέλος της ευρωπαϊκής μαθητείας και ο στυλίστας της μεγάλης σολωμικής σχολής έμμεσα πού και πού διακρίνονται. Πότε ο πρώτος και πότε ο δεύτερος παρεμβαίνει και, χωρίς να αλαφρώνει την ηθογράφηση, προσδίνει σε κάθε πλοκή, περιγραφή, ακόμη και φράση, μια υποψία κατασκευής ή καλλιγραφίας. Και, κατά τη σχετική μεταφραστική του επίδοση ή τη δραματική του τεκτόνηση, έναν αέρα στησίματος και σκηνοθεσίας. Αλλά και αυτά τα συμπτώματα γίνονται τελικά στοιχεία του ύφους του. Γιατί ύφος δεν είναι μόνον απόκλιση από την κοινόχρηστη έκφραση επικοινωνίας, αλλά και αντίσταση προς κάθε έκφραση κοινωνικού συρμού».

                                               Πηγή : ΥΠΕΠΘ ΚΝΛ Β ΛΥΚΕΙΟΥ Bιβλίο καθηγητή


Εκπομπή από το αρχείο της ΕΡΤ.   Δείτε την εκπομπή   εδώ









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου